Η πανηγυρική απώλεια του Πρωταθλήματος σφράγισε τη χειρότερη σεζόν του Παναθηναϊκού τα τελευταία 30 χρόνια, ξεπερνώντας ακόμα και το τραυματικό 1997, και πλέον η επόμενη μέρα «φωνάζει» πως πρέπει να είναι σε εκ διαμέτρου διαφορετική βάση, κάτι που εξαρτάται αποκλειστικά από τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο, που καλείται να φράξει το δρόμο στον Ολυμπιακό και τις… ειρωνείες του.
Η πλήρως απογοητευτική σεζόν επιτέλους τελείωσε για τον Παναθηναϊκό, που επιβεβαίωσε ως και στο τελευταίο του παιχνίδι πριν πέσει η αυλαία, πως ήταν μακράν της επόμενης… λιγότερο κακής, η χειρότερη έκδοση της ομάδας που έχουμε δει στα 30 χρόνια του επαγγελματικού πρωταθλήματος.
Προσωπικά, έχοντας ισχυρές μνήμες, με δυνατότητα να έχω εμπεριστατωμένη άποψη για τα πεπραγμένα των «πράσινων», από τη σεζόν 1992/1993, την πρώτη σεζόν του επαγγελματισμού, όταν Παύλος και Θανάσης Γιαννακόπουλος είχαν βαλθεί να ρίχνουν τα τσιμέντα κάθε φορά και περισσότερο, με μότο το «δύναμη στη δύναμη» για να φέρουν τον Παναθηναϊκό στην κορυφή σε Ελλάδα και Ευρώπη, δεν θυμάμαι χειρότερη ομάδα από αυτή που είδαμε φέτος στο παρκέ…
Οι παλαιότεροι πιθανότατα θα μπορούν να αναφέρουν και κάποια ακόμα χειρότερη σεζόν προ 1992, ίσως και την ομάδα της σεζόν 1991/1992 που είχε μείνει εκτός Ευρώπης, αλλά έχοντας ως ορόσημο την αυγή του επαγγελματισμού στο ελληνικό μπάσκετ, το «Τριφύλλι» της σεζόν που μόλις ολοκληρώθηκε ήταν το πλέον… μη ανθηρό τα τελευταία 30 χρόνια των… Glory Days, κατά τη διάρκεια των οποίων ο Παναθηναϊκός πέτυχε όσα δεν είχε πετύχει και δεν θα πετύχει κανείς άλλος σε όλα τα επίπεδα!
Χειρότερος κι από το ’97…
Κάποιοι ίσως θα εκφράσουν αμφιβολίες, φέρνοντας στην επιφάνεια τη σεζόν 1996/1997, όπου οι «πράσινοι» παρά την πανηγυρική εκκίνηση με την κατάκτηση του Διηπειρωτικού Κυπέλλου, κατέρρευσαν στην τελική ευθεία της σεζόν, καθώς έμειναν εκτός τετράδας στο πρωτάθλημα και εκτός της EuroLeague της επόμενης σεζόν, υπέστησαν πανωλεθρία στον ημιτελικό Κυπέλλου από τον Απόλλωνα Πάτρας και η ευρωπαϊκή τους πορεία ανακόπηκε τραυματικά στα προημιτελικά της EuroLeague από τον Ολυμπιακό, με απαρχή την ήττα στο ΟΑΚΑ με 20 πόντους.
Στα… χαρτιά εκείνη ομάδα πέτυχε ακόμα λιγότερα από τη φετινή εντός των τειχών, καθώς άρχισε τη σεζόν με την κατάκτηση του Super Cup, έφτασε στους Τελικούς της Basket League και στον Τελικό Κυπέλλου, χάνοντας τα τρόπαια από τους Πειραιώτες, ενώ στην EuroLeague πέτυχε να… αποφύγει την τελευταία θέση, την τελευταία αγωνιστική του «μαραθωνίου».
Η ουσία είναι πως ο φετινός Παναθηναϊκός πρόσφερε ως επί το πλείστον αποκρουστικό ως και αντιμπασκετικό θέαμα στις αναμετρήσεις του, με μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού καλές ως εξαιρετικές εμφανίσεις, ως απόρροια του κακού ποιοτικά και δομικά ρόστερ, το οποίο αναλογικά είναι πολύ χειρότερο από εκείνο της προ 25ετίας σεζόν, το οποίο είχε μεταξύ άλλων Αλβέρτη, Οικονόμου, Ντίνκινς, Σκονοκίνι, Νικόλα, Κοχ, Κόρφα και τον Μπόζινταρ Μάλκοβιτς στην άκρη του πάγκου, που είχε καθοδηγήσει την προηγούμενη σεζόν το «Τριφύλλι» στο πρώτο αστέρι, στο Παρίσι.
Το ζήτημα εκείνης της ομάδας που ως ένα σημείο πήγαινε σταθερά καλά, τουλάχιστον στην Ευρώπη, φτάνοντας στα νοκ άουτ με απόλυτο πλεονέκτημα έδρας, ήταν κυρίως η χημεία για την οποία δε βρέθηκε ποτέ η χρυσή τομή, ένεκα των μεγάλων αλλαγών κατόπιν των επιθυμιών του πολύπειρου και «ξεροκέφαλου» Μπόζα και φυσικά δε γίνεται να συγκριθούν οι προσωπικότητες του τότε, με αυτές του σήμερα, που έχασαν το σκήπτρα στο Πρωτάθλημα με κάτω τα χέρια και εις βάρος τους «σκούπα» στους Τελικούς…
Παταγώδης αποτυχία
Η σεζόν λοιπόν ήταν μια παταγώδης αποτυχία κι επειδή ουδείς μπορεί να κρύβεται πίσω από το δάχτυλό του, για την ακρίβεια ΚΑΙ η φετινή σεζόν ήταν αποτυχία. Η περσινή σεζόν, η πρώτη μετά την αποστασιοποίηση του Δημήτρη Γιαννακόπουλου «καλύφθηκε» με… χρυσόσκονη από την κατάκτηση του Double, απέναντι σε Λαύριο (Πρωτάθλημα) και Προμηθέα (Κύπελλο).
Ο Ολυμπιακός έλειπε από τις εγχώριες διοργανώσεις ως συνέπεια της αδιανόητης και ιστορικά ασεβούς απόφασής του να… αυτοϋποβιβαστεί, πανηγυρίζοντας κιόλας για εκείνη την εξέλιξη, και ο Παναθηναϊκός προφανώς σε οποιοδήποτε επίπεδο κι αν ήταν, δε γινόταν να απειληθεί από κάποια άλλη ομάδα.
Πήρε τους δύο τίτλους και στο τέλος της σεζόν θεώρησε εαυτόν επιτυχημένο, ωστόσο στην Ευρώπη είχε φανεί η γύμνια μετά την οικονομική και αγωνιστική αποψίλωση της ομάδας, με αποτέλεσμα να μετατρέπεται σε κομπάρσο, από ομάδα που έχει στόχο τα Playoffs και την επιστροφή στο Final Four.
Φέτος όμως που οι «ερυθρόλευκοι» επέστρεψαν στην Basket League, ενισχυμένοι εντός κι εκτός παρκέ, οι «πράσινοι» έμειναν παρατηρητές, καθώς εμφανίστηκαν ακόμα χειρότεροι από την προηγούμενη σεζόν και παρά τον τρομερό θρίαμβο στο πρώτο ντέρμπι της σεζόν στο ΣΕΦ, μετά την ανεξήγητη και απότομη κατάρρευση στην τελευταία περίοδο του Τελικού Κυπέλλου, τον οποίο ήλεγχαν ως το 30′, ακολούθησαν με… συνέπεια μια ελεύθερη πτώση, που ολοκληρώθηκε με το 3-0 υπέρ του Ολυμπιακού στη σειρά των Τελικών.
Υπεύθυνοι
Είναι προφανές πως η ένδεια της τελευταίας διετίας έχει στην κορυφή του παγόβουνου των ευθυνών τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο και την απόφαση αποστασιοποίησής του, που λειτούργησε ως ντόμινο άσχημων εξελίξεων για την ομάδα, που δεν μετουσιώθηκε σε οριστική αποχώρηση παρά την δημόσια διάθεση της ΚΑΕ προς πώληση, αφού δεν εμφανίστηκε κάποιος έτοιμος να πάρει τα ηνία και να βοηθήσει αποφασιστικά σε οικονομικό επίπεδο.
Κι αφού στο μεταξύ δεν αποχώρησε οριστικά, παρά την εκπεφρασμένη επιθυμία του να παραχωρήσει την ομάδα σε κάποιον/ους με επιθυμία και δυνατότητα να την επαναφέρουν σε κανονικότητα επιτυχιών, βγήκε μπροστά μετά την ήττα στο ΟΑΚΑ στην κανονική περίοδο του πρωταθλήματος, που είχε ακολουθήσει την ευρωπαϊκή συντριβή στο ΣΕΦ και… πήρε κεφάλια.
Δείχνοντας την πόρτα της εξόδου σε Δημήτρη Διαμαντίδη, Δημήτρη Πρίφτη και… έμμεσα στον Φραγκίσκο Αλβέρτη, καθώς του προτάθηκε επιστροφή στην ακαδημία αντί για GΜ, αλλά και στον Τάκη Τριαντόπουλο, «δείχνοντας» τους κατά την άποψή του υπεύθυνους των κάκιστων αποφάσεων χτισίματος της ομάδας σε όλα τα επίπεδα, λειτούργησε σαν φύσει και θέσει ισχυρός ανήρ.
Είναι επίσης προφανές πως δεν φείδονται ευθυνών οι Αλβέρτης και Διαμαντίδης για τα απογοητευτικά αποτελέσματα. Οι δύο παντοτινοί Αρχηγοί και Legends του Εξάστερου όσο τους αξίζει ευγνωμοσύνη (ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ) για το γεγονός πως ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της Ιστορίας, σε μια εξαιρετικά δύσκολη στιγμή, για να βγουν μπροστά ως «ασπίδα», από την άλλη είναι δεδομένο πως απέτυχαν στο ρόλο που ανέλαβαν, αυτή τη φορά ως διοικητικοί ηγέτες.
Δεν απέτυχαν επειδή ο Παναθηναϊκός δεν μπόρεσε να συνεχίσει να είναι ομάδα επιπέδου οκτάδας στην EuroLeague, αλλά γιατί δεν έγινε πράξη σε καμία περίπτωση η υπόσχεση περί ομάδα μαχήτριας, που θα πάλευε ως το έσχατο σημείο απέναντι σε οποιονδήποτε αντίπαλο, ανεξαρτήτως αποτελέσματος.
Αυτές τις δύο σεζόν χτίστηκαν ισάριθμες ομάδες με πρωτάκουστους… αντιμπασκετικούς όρους, δίχως βασικό και «ογκόλιθο» πόιντ γκαρντ, δίχως στη συντριπτική τους πλειοψηφία ξένους που θα μπορούσαν μέσω της πράσινης φανέλας να δείξουν φιλοδοξία για να ανέβουν επίπεδο ή να υπενθυμίσουν πως ανήκουν σε υψηλό επίπεδο, βοηθώντας τον εαυτό τους, αλλά και την ομάδα να διανύσει πιο ομαλά αυτή τη μεταβατική περίοδο. Σε απλά ελληνικά, ήταν «λίγοι» για να φορούν την Εξάστερη φανέλα.
Ακόμα και οι επιλογές στην άκρη του πάγκου στέφθηκαν από… αποτυχία, καθώς οι Γιώργος Βόβορας, Όντεντ Κάτας, Δημήτρης Πρίφτης δεν ενέπνευσαν τους παίκτες τους και συνολικά την ομάδα, εμφανίζοντας στο παρκέ κάθε φορά και μια… χειρότερη εκδοχή του συνόλου που καθοδηγούσαν, δίχως αρχή, μέση και τέλος, δίχως πλάνο που θα ενέπνεε μια κάποια εμπιστοσύνη.
Όλα αυτά φάνηκαν περίτρανα ως «καθρέπτης» των δεινών όλης της σεζόν στους Τελικούς, όπου ακόμα και τα λίγα καλά διαστήματα της ομάδας στο παρκέ, εξαφανίζονταν από την παντελή απώλεια συγκέντρωσης και τα μεγάλα εις βάρος της σερί που εξαφάνιζαν τον Ολυμπιακό από τον ορίζοντα, όσο ο Βόβορας εν προκειμένω παρακολουθούσε δίχως κάποια ουσιαστική παρέμβαση από τον πάγκο. Όταν το έπραττε, όπως για παράδειγμα στο Game 3 στο ΣΕΦ, με την επιστροφή του Νέντοβιτς στο παρκέ ενώ είχε μείνει υπέρ το δέον παραπάνω στον πάγκο με τους «πράσινους» να ξεμένουν από λύσεις, ουσιαστικά ήταν αργά…
Στα χέρια του Γιαννακόπουλου
Η ευθύνη προπονητών και παικτών είναι κάτι παραπάνω από υπαρκτή για όσα είδαμε φέτος, αλλά με τη σεζόν να τελειώνει με σχεδόν άδεια χέρια (με εξαίρεση το Super Cup) και τεράστιο αίσθημα απογοήτευσης όσων αγαπούν τον Εξάστερο, πλέον επιστρέφουμε στο σημείο μηδέν και σε αυτόν που μπορεί με τις αποφάσεις του να γυρίσει την κατάσταση και να γίνει εκ νέου ηγέτης αντάξιος της κληρονομιάς της ομάδας.
Αυτός δεν είναι άλλος από τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο, ο οποίος έχει την μπάλα στα χέρια του ώστε η επόμενη σεζόν να μην συνεχιστεί στο ίδιο μοτίβο αποτυχίας, αλλά να υπάρξει «αναγέννηση» και επιστροφή στην κανονικότητα.
Ο ιδιοκτήτης της ΚΑΕ καλείται να δράσει, είτε με την εκ νέου ξεκάθαρη ενεργοποίησή του, είτε με την αλλαγή σελίδας με την παραχώρησή της. Ο Παναθηναϊκός πλέον έχει στα χέρια του τη διαχείριση του κλειστού του ΟΑΚΑ, που αποτελεί επιπλέον όπλο και κεφάλαιο για καλύτερες οικονομικά και κατά συνέπεια αγωνιστικά ημέρες και ο Γιαννακόπουλος μπορεί να αλλάξει τη μοίρα της κι αυτό δεν έχει να κάνει με ποιους παίκτες θα έχει το ρόστερ δίπλα στους Παπαγιάννη, Παπαπέτρου, Νέντοβιτς, που αποτελούν τα βαριά χαρτιά στο παρκέ, αλλά με ποια λογική θα δομηθεί.
Οι ενέργειές του τον Απρίλιο με τις σαρωτικές αλλαγές, μέσω των οποίων πλέον έχει τοποθετηθεί ως υπεύθυνος του σχεδιασμού ο Αργύρης Πεδουλάκης μέσω του ρόλου του Τεχνικού Διευθυντή, η επανεμφάνισή του στο ΟΑΚΑ και το σαφές μήνυμα από την επίσκεψη στον πρόεδρο της ΕΟΚ, Βαγγέλη Λιόλιο, σε συνδυασμό με τα «χτυπήματα» στα social media, μπορούν να προδιαθέσουν για «επιστροφή», αλλά εδώ χρειάζονται συγκεκριμένες ενέργειες και αποφάσεις.
Ο κόσμος του Παναθηναϊκού περιμένει από τον ιδιοκτήτη της ΚΑΕ πράξεις και όχι να προσπαθεί να «μεταφράσει» τις προθέσεις του και να προβλέψει τα μελλούμενα από τα social media, διαβάζοντας πίσω από τις λέξεις.
Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είχε κρατήσει όρθιο τον Εξάστερο το 2012 μετά την αποχώρηση των ΑΞΕΠΕΡΑΣΤΩΝ Παύλου και Θανάση και μπορεί να το πράξει και τώρα, καθώς τρίτη σερί σεζόν με λογική «έσοδα-έξοδα» σημαίνει ξεκάθαρα ακόμα χειρότερες μέρες για το «Τριφύλλι».
Από αυτόν εξαρτάται η επόμενη μέρα και μπορεί να στείλει την διετία 2020-2022 στη λήθη, ώστε η επιτυχία του Ολυμπιακού με την κατάκτηση του πρώτου πρωταθλήματος μετά το 2016 και του πρώτου Double μετά το 1997, να είναι «ερυθρόλευκη» παρένθεση και όχι απαρχή ενός σερί επιτυχιών και τίτλων των Πειραιωτών.
Επίπεδο
Για να επιστρέψουμε στα των Τελικών, η ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα αγωνιστικά ήταν κατά πολύ ανώτερη και κατέκτησε δίκαια το Πρωτάθλημα, επιβεβαιώνοντας την εικόνα των δύο ομάδων καθ’ όλη τη διάρκεια της σεζόν, που προϊδέαζε για άνετη επικράτηση των Πειραιωτών.
Το να πανηγυριστούν οι δύο τίτλοι είναι ευνόητο έπειτα από τόσα χρόνια ανομβρίας. Τα μέλη του Ολυμπιακού το δικαιούνται, ωστόσο είναι μάλλον ατυχές να συνδέεται ως «επιτυχία» κατόπιν της απόφασης αποχώρησης στις 13/2/2019 στο ημίχρονο του ημιτελικού Κυπέλλου και του υποβιβασμού της ομάδας στην Α2.
Έστω κι αν προβλήθηκε ως «δικαίωση» εκείνης της απόφασης που δεν άρμοζε σε καμία περίπτωση σε μεγάλη ομάδα, παρά μόνο σε ένα εγωιστικό καπρίτσιο και απόπειρα «απόδρασης» από μια δύσκολη κατάσταση κυριαρχίας του Παναθηναϊκού, ώστε να μετακυλήσουν οι ευθύνες σε οποιονδήποτε άλλον εκτός των τειχών της ομάδας τους, υπήρξε έμμεση παραδοχή του Γιώργου Αγγελόπουλου πως «θα μπορούσαμε να είχαμε διαλυθεί από εκείνη την απόφαση, που πάρθηκε με μεγάλο κόστος».
Οι «ερυθρόλευκοι» κυριάρχησαν φέτος έχοντας χτίσει μια εξαιρετική ομάδα, σε συνδυασμό με τον χειρότερο Παναθηναϊκό της 30ετίας, που στο τέλος έδωσε και συγχαρητήρια στους Πρωταθλητές και δεν… κρύφτηκε πίσω από υποκριτικές δηλώσεις. Αδυνατούμε να θυμηθούμε τους διοικητικούς ηγέτες του Ολυμπιακού να δίνουν «συγχαρητήρια» σε κάποιον αντίπαλο έπειτα από κάποιον χαμένο τίτλο.
Παράλληλα, η ΚΑΕ Παναθηναϊκός ως όφειλε συνεχάρη με κάθε επισημότητα τον Γιώργο Πρίντεζη για την αυλαία της μεγάλης καριέρας του, καθώς αποτέλεσε μια σπουδαία προσωπικότητα στα παρκέ όλα αυτά τα χρόνια που αξίζει καθολικού σεβασμού, την ώρα που οι κ.κ. Αγγελόπουλοι ειρωνεύονταν τον Ιωάννη Παπαπέτρου κι όχι μόνο, με «φθηνή» ειρωνεία περί «κλιματιστικού» στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος.
Τέτοια περιστατικά και ενέργειες δείχνουν πως παρά την κάκιστη σεζόν σε όλα τα επίπεδα, ο Εξάστερος παραμένει στο ύψος του και δεν γυρνά την πλάτη στο μπάσκετ. Εξάλλου και στον Τελικό Κυπέλλου παρά την ήττα, τα μέλη της ομάδας έμειναν στο παρκέ για να τιμήσουν τους νικητές. Σε αντίστροφο ρόλο θυμόμαστε όλοι τους «ερυθρόλευκους» έως και να μην βγαίνουν για να παραλάβουν τα μετάλλια του φιναλίστ σε ένδειξη διαμαρτυρίας, μα περισσότερο ασέβειας στο ίδιο το άθλημα…
O Παναθηναϊκός δεν πρόκειται να… διαλυθεί επειδή έχασε τους δύο βασικούς εγχώριους τίτλους για πρώτη φορά μετά το 2002, όσο κι αν το ονειρεύονται ή «διαφημίζουν» κάποιοι, όπως δε διαλύθηκε καμία ομάδα λόγω χαμένων τίτλων. Αν ήταν έτσι τα πράγματα, μόνο ο Εξάστερος θα είχε μείνει… ζωντανός όλα αυτά τα χρόνια που σταθερά γεμίζει την τροπαιοθήκη του, ακόμα και φέτος που ήταν στο ναδίρ…
Διαβάστε ακόμη…