Τζιόλης: «Στιγματιστήκαμε ως παιδιά του Τζίγγερ! – Ο χειρότερος χαρακτήρας ο Τεν Κάτε»

0
229

Ο Αλέξανδρος Τζιόλης μίλησε για την παρουσία του στον Παναθηναϊκό, τον Μαλεζάνι, τον Τεν Κάτε, τον στιγματισμό του και πολλά ακόμα ενδιαφέροντα.

Αν δεν θέλεις να χάνεις στιγμή του Παναθηναϊκού, ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ το «Όλα Πράσινα» στο Google News και μάθε πρώτος όλες τις «πράσινες» ειδήσεις!

Αποσπάσματα από τα όσα ανέφερε στο «Gazzetta»:

Όταν σε έβριζαν πώς ένιωθες; Πώς αντιδρούσες και πώς το βίωνες;

«Μέσα στο ματς δεν είχα δεύτερες σκέψεις. Όταν έπαιζα ήμουν φουλ συγκεντρωμένος. Σίγουρα υπήρχε ένα κίνημα και στην Εθνική Ομάδα και στις ομάδες που ήμουν το έζησα. Στον ΠΑΟΚ λιγότερο. Εννοώ κίνημα από κόσμο που δεν με εκτιμούσε ποδοσφαιρικά. Να σας πω ότι ήταν θετικό, θα σας πω ψέματα. Το να μην εκτιμάσαι από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα ή δεν παίρνεις αυτό που αξίζεις, δεν είναι ωραίο. Είχα όμως τη δύναμη να το διαχειριστώ, γιατί αν δεν την είχα, θα χανόμουν στην πορεία. Δεν είναι εύκολο αυτό και χαίρομαι που το κατάφερα.

Δεν ξέρω πώς θα φανεί αυτό που θα πω, αλλά ξέρω ότι ήμουν ένας πολύ καλός ποδοσφαιριστής. Το να μην σου αρέσω και να μην θες να με βλέπεις, είναι σεβαστό. Και σε εμένα κάποιοι δεν μου αρέσουν, αλλά δεν μπορεί κάποιος να μου πει ότι δεν ήμουν καλός ποδοσφαιριστής, έχω αντίλογο σ’ αυτό. Δεν το δέχομαι».

Με την πορεία που έχεις κάνει εννοείται ότι κάτι καλό έχεις κάνει. Αυτό που βλέπουμε και από τον κόσμο αλλά και από τους δημοσιογράφους είναι ότι γίνεται πολλές φορές επιφανειακή κριτική.

«Πιστεύω ότι αυτό δεν θα αλλάξει, θα έχουν περάσει 20 χρόνια και θα υπάρχει. Τότε ήταν οι εφημερίδες, τώρα είναι οι ιστοσελίδες».

Επαιρνες εφημερίδες να διαβάσεις τι έγραφαν;

«Ναι, όταν ήμουν πιο πιτσιρικάς έπαιρνα. Αλλά όταν κατάλαβα ότι με χαλάει και τους λόγους για τους οποίους γράφονταν, το έκοψα. Άρχισαν να μου μπαίνουν στο μυαλό οι λόγοι για τους οποίους γίνεται αυτό. Έβλεπα μια κριτική που δεν είχε σχέση μ’ αυτό που γινόταν στο γήπεδο, οπότε είπα ότι δεν υπάρχει λόγος να ασχολούμαι μ’ όλο αυτό».

Στον Παναθηναϊκό το κατάλαβες αυτό;

«Ναι. Ένα κομμάτι μου γελούσε μ’ αυτό. Ως χαρακτήρας ποτέ δεν είχα ανάγκη την επιβεβαίωση, αλλά δεν είναι έτσι για πολλούς. Και κατάλαβα ότι αν δημιουργούσες σχέσεις είχες κι άλλη αντιμετώπιση. Θυμάμαι όταν πήγα στον Παναθηναϊκό, χτύπησε το τηλέφωνό μου 2-3 φορές από άγνωστους αριθμούς. Με ρωτούσαν οι δημοσιογράφοι τι γινόταν στην προπόνηση αλλά εγώ δεν ήμουν έτσι, δεν μ’ άρεσε και το έκοψα. Ε, αυτό έχει κι ένα τίμημα. Και έτσι είναι το πράγμα. Δεν το κρίνω καλό ή κακό, αλλά έτσι είναι. Μπορεί να μην γίνεται και από κακία. Για να μην πάω στο τελείως πονηρό, όταν ένας δημοσιογράφος αποκτήσει μια σχέση με έναν παίκτη, αυτομάτως θα του βγει μια παραπάνω επιείκεια. Όταν δημιουργήσεις μια σχέση και τον θεωρήσεις κοντά σου, τον βλέπεις αλλιώς. Εγώ συνεντεύξεις δεν έδινα, με δημοσιογράφους δεν μιλούσα, οπότε είναι λογικό όταν παίξω 6-7 να μου βάλεις 6-7 ή και 5. Αν ήμουν φίλος σου, αν έπαιζα 5 θα μου έβαζες 6, είναι ανθρώπινο για να μην το πάω πονηρά. Το ποδόσφαιρο το είχα αλλιώς στο μυαλό μου, μεγάλωσα στη Γερμανία… Στο εξωτερικό δεν υπάρχει αυτή η πληθώρα των Μέσων. Στη Γερμανία είναι η Bild, το Kicker…».

Εκεί σε έπαιρναν τηλέφωνο;

«Ποτέ, ποτέ… Δεν ξέρω και κατά πόσο αυτό ωφελεί».

Απ’ όσα άκουγες τι σε κούρασε πιο πολύ;

«Έκανα υπομονή. Αν τα πάρεις χρονικά τα πράγματα, στον Παναθηναϊκό έπαιζα. Η ομάδα ήταν σε καλή κατάσταση, έπαιξε στο Champions League και μετά εγώ και κάποια άλλα παιδιά στιγματιστήκαμε ως “παιδιά του Τζίγγερ” όταν άλλαξε η διοίκηση. Αυτό έφερε μια κατάσταση… Θυμάμαι σαν τώρα, στην Ξάνθη στο τελευταίο μου ματς, που έγραψαν οπαδοί: “Τζιόλη σε χαρίζουμε, δεν σε υπολογίζουμε”. Οι οπαδοί να γράψουν πανό για ένα παιδί 23 ετών; Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι θα γίνει κάτι παρόμοιο σε μια προηγμένη χώρα και μάλιστα σε ένα παιδί από τη χώρα τους. Επίσης, δεν μπορώ να διανοηθώ ότι αυτό το αποφάσισε ένα παιδί που πλήρωσε εισιτήριο. Αυτό είναι κατευθυνόμενο. Εγώ εισέπραξα κάτι που δεν μου άξιζε.

Θυμάμαι ότι όταν έφυγα από τον Παναθηναϊκό, προπονητής ήταν ο Τεν Κάτε και είχε έρθει η πολυμετοχικότητα. Ήταν να πάω δανεικός στην Βέρντερ Βρέμης όπως και έγινε.

Είμαι στο αεροδρόμιο για να φύγω και με ρώτησαν ποιος είναι ο στόχος μου. “Ο στόχος μου είναι να πάω, να παίξω, να καθιερωθώ και να μείνω”. Σημειώνω ότι εγώ τότε στον Παναθηναϊκό δεν έπαιζα πολύ, είχα κάνει κάποια καλά ματς και κόντρα στη Βέρντερ αλλά ως εκεί. Για εμένα αυτή η δήλωση ήταν ό,τι πιο υγιές για ένα παιδί 23 ετών που φεύγει για να παίξει στην Bundesliga. Ε, ακόμα κι αυτό μεταφράστηκε με κακή χροιά, ότι δεν θέλω τον Παναθηναϊκό. Το καρπώθηκα κι αυτό ως κάτι κακό ότι δεν θέλω τον Παναθηναϊκό. Για εμένα ήταν πάντα πιο υγιές το να φύγω στο εξωτερικό, θεωρώ ότι πάντα πρέπει να εξελίσσεσαι».

Μα έτσι είναι κιόλας.

«Και μετά όταν έπαιξα στην Βρέμη, δεν ενεργοποιήθηκε η οψιόν αγοράς μου και γύρισα στον Παναθηναϊκό. Πλήρωσα κι αυτήν την δήλωσή μου. Έγραφαν: “Γύρισε στον Παναθηναϊκό…”. Το Μάιο έπαιξα τελικό UEFA και τον Ιούλιο έκανα προπόνηση μόνος μου στην Παιανία. Ήταν μεγάλο το κοντράστ. Ήμουν στην Βέρντερ, έπαιζα στον τελικό του UEFA. Τελείωσε το πρωτάθλημα, έψαχνα ομάδα, τελικά έμεινα στον Παναθηναϊκό και το πλήρωσα. Ήμουν και μέλος της Εθνικής του Ρεχάγκελ και παρόλα αυτά έκανα προπονήσεις μόνος μου, με τον φροντιστή να μου κάνει πάσες».

Ο Τεν Κάτε ήταν τόσο σκληρός και απρόσωπος όσο λένε;

«Για να μην χρησιμοποιήσω βαρείς χαρακτηρισμούς, σε ανθρώπινο επίπεδο, είναι ένας από τους χειρότερους χαρακτήρες που γνώρισα στο ποδόσφαιρο και δεν θα ήθελα να έχω συναντήσει. Δεν κρίνω καν το προπονητικό κομμάτι, που και σ’ αυτό έχω μεγάλες αντιρρήσεις. Σε ανθρώπινο επίπεδο δέχτηκα μια συμπεριφορά που δεν μου άξιζε και δεν άξιζε και στον Παναθηναϊκό να έχει τέτοιους ανθρώπους να εκπροσωπούν το σύλλογο γενικά. Χωρίς να αναφέρω ονόματα, θέλω να ξεκαθαρίσω ότι δεν τα έχω με τον Παναθηναϊκό. Την ομάδα και τον κόσμο τους έχω πολύ ψηλά, αλλά δεν μπορώ να πω ότι εκείνη την περίοδο, από κάποιους ανθρώπους που ήταν στην εξουσία, πήρα αυτό που μου άξιζε.

Πήρα μια στεναχώρια, σε μια ηλικία πιο ευαίσθητη, που δεν άξιζα. Παικτικά όμως ανέβηκα επίπεδο, μου έκανε μόνο καλό, έπαιξα Champions League, ζώντας το πώς είναι να είσαι σε μια όντως μεγάλη ομάδα με πολλές απαιτήσεις και πολύ κόσμο. Μόνο καλό μου έκανε και στον χαρακτήρα μου. Όταν παίρνεις και στεναχώριες αναγκαστικά πρέπει να αντεπεξέλθεις. Σας ξαναλέω ότι το να είσαι στην Εθνική ομάδα και να είσαι για έξι μήνες εκτός ομάδας είναι κάπως…».

Επειδή τρέχει η κουβέντα… Να σε γυρίσουμε λίγο πίσω. Πώς θυμάσαι τη μεταγραφή σου στον Παναθηναϊκό;

«Δεν έχω καλή μνήμη. Νομίζω ήταν άνοιξη, πριν τελειώσει το πρωτάθλημα. Ήμουν εγώ, ο Βαγγέλης Μάντζιος κι ο Σπυρόπουλος. Μας είχε πάρει μαζί και τους τρεις ο Παναθηναϊκός. Ήταν πολύ ωραίο γιατί ήμασταν και οι τρεις παρέα και ο ένας είχε τον άλλον».

Τι αντιμετώπιση είχατε στον Παναθηναϊκό, καθώς ήσασταν και πιο μικροί;

«Πολύ καλή. Τότε ο Παναθηναϊκός είχε πάρει αρκετούς νέους παίκτες και δεν ήμασταν οι “νέοι”. Ήμασταν και Ελληνόπουλα, ταλαντούχοι, στην Εθνική Ελπίδων… Ήταν ιδανική η εποχή».

Προπονητής;

«Ο Μαλεζάνι, ήταν ήδη ένα εξάμηνο στην ομάδα».

Κάποια συμβουλή που σου έδωσε;

«Τότε είχε έρθει ο Μπίσκαν από την Λίβερπουλ, έχοντας πάρει το Champions League, και ο Φλάβιο Κονσεϊσάο από τη Ρεάλ Μαδρίτης. Ο Παναθηναϊκός είχε δώσει πολλά λεφτά και στο χώρο του κέντρου είχε παίκτες – ονόματα. Είχα δυσκολίες για να παίξω. Ήταν και ο Άντιτς και για ένα παιδί 20 ετών ήταν δύσκολο να παίξει. Όμως κι εκεί είχα επιμονή και παρόλο που μπροστά μου ήταν αστέρες, δεν είχαν την απόδοση που περίμενε ο κόσμος και σιγά σιγά βρήκα τη θέση μου. Αλλαγή, πάλι αλλαγή, στον πάγκο, μετά βασικός… Θέλει υπομονή – κάτι που βλέπω ότι τα παιδιά σήμερα δεν έχουν. Πρέπει να είσαι συγκεντρωμένος, να μην εκβιάζεις καταστάσεις, να μην βιάζεσαι».

Εσύ δεν έζησες και τη μέση κατάσταση. Δηλαδή, από το ερασιτεχνικό πήγες κατευθείαν στην Α’ Εθνική.

«Ναι, από το τοπικό στην Α’ Εθνική, στον Πανιώνιο. Από το χωριό σε έξι μήνες έπαιζα Α’ Εθνική και στην Ευρώπη απέναντι στην Μπαρτσελόνα. Δεν ξέρω, αυτό ίσως να ωρίμαζε και τα παιδιά».

Από τον Παναθηναϊκό θυμάσαι κάποια όμορφη ιστορία;

«Θυμάμαι ότι πριν φύγω ήρθε κι ο Ζιλμπέρτο, μεγάλη προσωπικότητα. Εγώ ήμουν ήσυχος, δεν μιλούσα, παρατηρούσα και έπαιρνα ό,τι καλύτερο μπορούσα από τον καθένα. Στον Παναθηναϊκό θυμάμαι πόσο ταλέντο είχε ο Σανμαρτεάν. Επιρρεπής στους τραυματισμούς, αλλά ήταν από τους λίγους παίκτες που είδα ζωντανά με τόσο ταλέντο σε όλη μου την καριέρα. Ήταν απίστευτος. Θυμάμαι ήμασταν στην προετοιμασία και παίζουμε ένα φιλικό με τη Σαμπντόρια. Εγώ ήμουν στον πάγκο, ο Σανμαρτεάν βασικός. Προετοιμαζόμασταν να παίξουμε ματς προκριματικών με τη Λέγκια. Παίρνει τη μπάλα ο Σανμαρτεάν, πέρασε πέντε παίκτες και ή έβαλε γκολ ή έδωσε πάσα και μπήκε γκολ. Μας χάζεψε όλους. Δεν ξέρω αν ο κόσμος του Παναθηναϊκού τον έχει στη μνήμη του γι’ αυτό. Απίστευτο ταλέντο, αέρινος».

Είχε βάλει μια γκολάρα με τον Πανιώνιο;

«Ναι, όταν ήμουν στον Πανιώνιο, στη Νέα Σμύρνη. Πριν πάω στον Παναθηναϊκό τον έπαιξα αντίπαλο. Είχε βάλει μια γκολάρα στο παραθυράκι».

Ποιος αντίπαλος σου είχε «βγάλει τ’ άντερα»;

«Κοίτα δεν έπαιζα man to man κάποιον για να με εκθέσει. Θυμάμαι όμως που παίζαμε ένα ματς με την Λανς όταν ήμουν στον Παναθηναϊκό στην Αθήνα. Αντίπαλος μου είναι ένα 6άρι. Κάνω ένα ολόκληρο ματς και δεν μπορώ να του πάρω τη μπάλα. Τελειώνει το ματς και λέω “τι παικταράς είναι αυτός, δεν γίνεται να παίζει στη Λανς”. Τελειώνει η σεζόν, πήγε στη Σεβίλλη και μετά στην Μπαρτσελόνα».

Ποιος ήταν;

«Ο Σεϊντού Κεϊτά από το Μάλι. Πρώτη φορά ένιωσα κάτι τέτοιο. Εντάξει, το να πω τον Μέσι ή τον Ρονάλντο είναι προφανές…».

Από τον Μαλεζάνι τι σου έκανε εντύπωση;

«Έντονος χαρακτήρας. Μανιακός με την τακτική, δούλευε πολύ. Είχε κι αυτό το ξέσπασμα που έμεινε».

Το θυμάσαι αυτό;

«Ναι, θυμάμαι ότι στο πούλμαν μετά συζητούσαμε για το τι είπε και έκανε. Βλέποντάς το ύστερα από χρόνια, στην ουσία του αυτός ο άνθρωπος δεν είχε λάθος. Αν απομονώσεις αυτό που είπε ήταν “μην πέφτετε πάνω στην ομάδα, μην πάτε να φάτε την ομάδα, αφήστε μας να δουλέψουμε”, στην ουσία του είχε δίκιο, αλλά πολλές φορές ο τρόπος σε κάνει να χάσεις το δίκιο σου. Είχε γίνει και αντικείμενο χλευασμού, δεν ήταν ωραίο. Όταν είσαι προπονητής πρέπει να φιλτράρεις το τι θα πεις και πώς θα το πεις. Φαντάζομαι ότι τον άνθρωπο τον έπνιγε το δικό του, δεν άντεξε, αλλά βλέπεις είναι σημαντική η εικόνα που αφήνεις στο τέλος. Καλός άνθρωπος. Θυμάμαι ότι όταν γύρισα από την Βέρντερ και έψαχνα ομάδα να φύγω, είχα μια πρόταση από την Κίεβο Βερόνα. Ήμουν έξι μήνες ανενεργός και το Γενάρη έπρεπε να φύγω. Τα είχαν βρει οι ομάδες και σε δύο μέρες θα πετούσα για να υπογράψω. Είμαι στο σπίτι μου στην Γλυφάδα και βλέπω ιταλικό νούμερο να με καλεί. “Ελα Αλέξη είμαι ο Αλμπέρτο Μαλεζάνι”. Με ρώτησε τι κάνω και εκεί μου πρότεινε να πάω στη Σιένα. Ήταν χαμηλά στην βαθμολογία και έκανε προσπάθεια για να σώσει την ομάδα. Εν τέλει, η Σιένα έδωσε λεφτά στον Παναθηναϊκό και με αγόρασε, με απελευθέρωσε, γιατί ήταν μια κατάσταση εκεί που δεν μου άρεσε. Μπαίνοντας σε μια κατάσταση δανεισμού σε έξι μήνες θα έπρεπε να γυρίσω και πάλι στον Παναθηναϊκό. Φανταστείτε ότι η ομάδα αυτή παρόλο που ήμουν ανενεργός έδωσε 1.300.000 ευρώ. Εκανα μόνος μου προπόνηση, έξι μήνες δεν είχα παίξει και ήταν Γενάρης. Σίγουρα κι ο Μαλεζάνι έπαιξε ρόλο, αλλά φανταστείτε τι έκαναν σ’ αυτήν την ομάδα για να δώσουν τόσα χρήματα. Και για εμένα, όπως είπα, ήταν μια λύση. Θα έφευγα οριστικά από τον Παναθηναϊκό από ένα τηλέφωνο του Μαλεζάνι. Και πήγα, παρόλο που ήταν περισσότερες οι πιθανότητες του υποβιβασμού. Η ομάδα τελικά έπεσε και στη Serie B δεν ήθελα να παίξω. Μετά έφυγα και πήγα στη Σαντατέρ. Α! Ήταν και Γενάρης του 2010, λίγο πριν το Μουντιάλ».

Παρά τα λεφτά που έδωσαν, έφυγες. Σε είδαν κάπως;

«Όχι. Κι αυτοί επειδή είχαν πέσει, δεν είχαν θέμα. Ήταν και το συμβόλαιο μεγάλο, ήμουν και Μουντιαλικός παίκτης οπότε κατάλαβαν ότι ήθελα να φύγω. Δεν είχα λύσει το συμβόλαιό μου, πήγα δανεικός στη Σαντατέρ».

Όλες οι μεταγραφές του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου… παίζουν στο SportJournal.gr!

Διαβάστε ακόμη…

Πηγή