Παναθηναϊκός: Ψυχολογική προετοιμασία ενόψει Τρίπολης

0
74

Σε μια συνέντευξη… ποταμό, ο Γκόραν Βλαόβιτς μίλησε για τον τρόπο με τον οποίο ήρθε στον Παναθηναϊκό, τη Ριζούπολη, τον Ολυμπιακό, την κυριαρχία των «πράσινων» στην Ευρώπη, τους προπονητές του στο «Τριφύλλι», αλλά και το πώς αποχώρησε από την ομάδα.

Ακολουθήστε το «Όλα Πράσινα» στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις του Παναθηναϊκού!

Αναλυτικά ένα μέρος των όσων είπε στο gazzetta.gr:

Τι κάνει σήμερα ο Γκόραν Βλάοβιτς, 17 χρόνια μετά την αποχώρησή του από την Ελλάδα και το τέλος της καριέρας του;

«Διατηρώ εταιρεία εκπροσώπησης ποδοσφαιριστών με δύο πρώην συμπαίκτες μου στην Κροατία, τον Μάριο Στάνιτς και τον Μπόρις Ζίβκοβιτς. Με έναν φίλο μου “τρέχουμε” το γυμναστήριο στο ξενοδοχείο Sheraton».

Με ποιους παλιούς συμπαίκτες σου στον Παναθηναϊκό διατηρείς επαφή;

«Με τον Καραγκούνη, τον Λυμπερόπουλο, τον Κοτσόλη. Ο Στέφανος ήταν ο καλύτερος φίλος μου στον Παναθηναϊκό. Ο Ολισαντέμπε με έχει επισκεφθεί μερικέ φορές εδώ στο Ζάγκρεμπ. Επίσης είχα μιλήσει με τον Φύσσα το διάστημα που δούλευε στον Παναθηναϊκό».

Από τότε που έφυγες από την Ελλάδα, ξαναγύρισες;

«Ναι, ήρθα μερικές φορές. Κυρίως για να δω κάποιους φίλους. Μετανιώνω που δεν πηγαίνω πιο συχνά. Κάθε φορά κάτι μου προκύπτει και δεν επισκέπτομαι την Ελλάδα όσο θα το ήθελα».

Γιατί ολοκλήρωσες την καριέρα σου τόσο μικρός; Ήσουν μόλις 32 ετών.

«Έφυγα από τον Παναθηναϊκό σε ένα διάστημα που δεν έπαιζα αρκετά και ως εκ τούτου δεν είχα πολλές πιθανότητες να βρω μια ομάδα σοβαρού επιπέδου. Αυτός ήταν ένας λόγος. Άλλος λόγος ήταν ότι είχα κουραστεί. Είμαι συναισθηματικός άνθρωπος αλλά μερικές φορές κρύβω αυτό που νιώθω. Έκρυβα μέσα μου τη στεναχώρια που δεν έπαιζα. Αυτό με έκανε να κουραστώ και να νιώσω ότι το ποδόσφαιρο δεν ήταν δίκαιο απέναντί μου. Εγώ έδωσα τα πάντα. Όποιον κι αν ρωτήσεις, θα σου πει ότι τα έδινα όλα και στον αγώνα και στην προπόνηση. Θα σου δώσω ένα παράδειγμα: Δεν συγκρίνω τον εαυτό μου με τον Γκάρεθ Μπέιλ.

Φαντάζομαι θα έχεις ακούσει τί λένε γι’ αυτόν, για την αγωνιστική του συμπεριφορά στα παιχνίδια και στις προπονήσεις. Πίστευε ότι είναι μεγάλος σταρ, που είναι, αλλά δεν έδινε το 100%. Θα μπορούσε να πιέσει τον εαυτό του στην προπόνηση και να τα δώσει όλα. Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα. Εγώ δεν ήμουν έτσι. Σε κάθε προπόνηση, σε κάθε παιχνίδι, είτε με μεγάλο είτε με ασθενέστερο αντίπαλο, πάλευα να νικήσω, πάλευα να είμαι ο καλύτερος. Αυτός ίσως ήταν ο λόγος που με αγάπησε ο κόσμος. Ταυτόχρονα όμως, με κούρασε αυτή η κατάσταση στον τελευταίο μου χρόνο στον Παναθηναϊκό. Είχα μάλιστα δύο παιδιά, περίμενα και τρίτο και δεν ήθελα να βάλω την οικογένειά μου στη διαδικασία να μετακινείται. Δεν έβρισκα ενδιαφέρον και αποφάσισα να σταματήσω».

Γεννήθηκε κάποιο από τα παιδιά σου στην Ελλάδα;

«Όχι, κανένα από αυτά. Όλα στο Ζάγκρεμπ».

Τα παιδιά σου πόσο χρονών είναι σήμερα;

«Από τον πρώτο μου γάμο έχω τρία. Δύο αγόρια, 27 και 25 ετών, και ένα κορίτσι 17 ετών. Από τον δεύτερο γάμο μου έχω ένα μωράκι 7 μηνών. Ο μεγάλος μου γιος σπουδάζει στην Ολλανδία, σε Πανεπιστήμιο, με αντικείμενο την ασφάλεια και την περιφρούρηση. Ο δεύτερος σπουδάζει ψυχολογία και η μικρή πηγαίνει στο Λύκειο».

Στα αγόρια αρέσει το ποδόσφαιρο;

«Πάρα πολύ, αλλά δεν ασχολούνται επαγγελματικό με αυτό».

Τι θυμάσαι από τα παιδικά σου χρόνια;

«Γεννήθηκα σε ένα μικρό χωριό, στο Nova Gradiška. Όταν ήμουν εννιά χρονών πήγαμε σε ένα λίγο μεγαλύτερο, αλλά και πάλι κοντά στο χωριό που γεννήθηκα. Μιλάμε για το Τρέζνικ. Στο χωριό που μετακομίσαμε υπήρχε ένα γήπεδο ποδοσφαίρου και εκεί άρχισα προπονήσεις. Στο Τρέζνικ θυμάμαι να βρίσκομαι μπροστά από την εκκλησία και να παίζω με τα άλλα παιδιά της γειτονιάς. Η μπάλα για εμένα ήταν πάντα το αγαπημένο μου παιχνίδι.

Θυμάμαι κι άλλα πράγματα αλλά η πιο δυνατή ανάμνηση είναι το ποδόσφαιρο. Η μαμά μου δούλευε στον δήμο, γραφειοκρατική δουλειά. Ο πατέρας μου δούλευε σε ένα εργοστάσιο με έπιπλα».

Μία από τις ομάδες της καριέρας σου, ίσως η σημαντικότερη, ήταν η Βαλένθια. Τι θυμάσαι από εκείνα τα χρόνια;

«Το ενδιαφέρον της Βαλένθια ήρθε όταν έπαιζα στην Πάντοβα. Ηθελε να καλύψει το κενό του Μιγιάτοβιτς, ο οποίος δεν ανανέωνε το συμβόλαιό του. Ήταν Ιανουάριος του 1996. Μετά από ένα παιχνίδι εναντίον της Μίλαν, μίλησα με τον ατζέντη μου και συνάντησα τον πρόεδρο και τον διευθυντή της Βαλένθια. Ήρθαν τέσσερα άτομα από την ισπανική ομάδα. Κατάλαβα πως ήταν σοβαρό. Στη συνέχεια ενημερώθηκα πως ο Μιγιάτοβιτς θα μείνει. Για μερικούς μήνες χάθηκε η επαφή, αλλά τελικά αντιλήφθηκαν πως ο Μιγιάτοβιτς θα υπογράψει στην Ρεάλ και επέστρεψαν σ’ εμένα. Το ίδιο διάστημα είχαν ενδιαφερθεί αρκετές ιταλικές ομάδες, αλλά τελικά η Βαλένθια ήταν η απόφασή μου. Θυμάμαι κάποια ωραία γκολ, όπως ένα κόντρα στην Μπεσίκτας για το UEFA, μία νίκη επί της Ρεάλ με 6-1 στο Κύπελλο, στην μεγαλύτερη νίκη της ιστορίας της Βαλένθια επί της Ρεάλ. Στην Βαλένθια, από την άλλη, δεν ήμουν τυχερός. Κάθε χρόνο τραυματιζόμουν για κάμποσους μήνες. Αλλάζαμε πολλούς προπονητές, προέδρους, τεχνικούς διευθυντές. Με όλα αυτά έχασα τον δρόμο μου, αλλά εξάντλησα το τετραετές συμβόλαιο που είχα υπογράψει. Είχα ευκαιρία να αλλάξω ομάδα νωρίτερα. Ήμουν έτοιμος να φύγω ένα χρόνο πριν από τον τελευταίο χρόνο, κάτι που δεν έγινε. Δεν υπήρξε συμφωνία. Μετά από ένα μήνα τραυματίστηκα σε προπόνηση της εθνικής ομάδας, πριν από αγώνα εναντίον της Σερβίας. Τραυματίστηκα Σεπτέμβριο και επέστρεψα Δεκέμβριο. Δεν πήρα πολλές ευκαιρίες την τελευταία σεζόν στη Βαλένθια. Είχαν έρθει νέοι παίκτες, αλλά έμεινα μέχρι το τέλος του συμβολαίου μου και στη συνέχεια πήγα στον Παναθηναϊκό».

Εκείνο το καλοκαίρι του 2000 που πήγες στον Παναθηναϊκό, αρκετοί ένιωσαν έκπληξη για την απόφασή σου. Είχες κι άλλες προτάσεις; Τι σε έκανε να έρθεις στην Ελλάδα;

«Ναι, είχα προτάσεις από την Ισπανία και την Ιταλία, αλλά οι οικονομικοί όροι ήταν πολύ καλύτεροι στον Παναθηναϊκό. Εκείνη την εποχή δεν ήξερα πολλά για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Έπαιζα στην Ιταλία, στην Ισπανία, περίμενα ότι θα συνέχιζα σε μία από τις δύο χώρες. Ήξερα τον Παναθηναϊκό, την ΑΕΚ, τον Ολυμπιακό, τον Άρη, τον Ηρακλή, τον ΠΑΟΚ, αλλά δεν ήξερα πολλά για το ελληνικό πρωτάθλημα. Τον Παναθηναϊκό τον ήξερα περισσότερο γιατί εκεί είχαν παίξει ο Ζάετς και ο Ασάνοβιτς.

Δεν ήταν και τόσο… τρομακτικό να πάω στην Ελλάδα και να συμφωνήσω με τον Παναθηναϊκό. Άκουσα από τους ατζέντηδες, από τον Φάνη Κλωνόπουλο που είναι ακόμη φίλος μου, πως ο ιδιοκτήτης της ομάδας, ο κύριος Βαρδινογιάννης, ήταν αποφασισμένος να με φέρει στον Παναθηναϊκό. Όταν έφυγα από τη Βαλένθια, πήγα στο Ζάγκρεμπ για διακοπές. Με κάλεσαν από την Ελλάδα και όταν ήρθα στην Αθήνα συνάντησα τον κύριο Βαρδινογιάννη στο γραφείο του. Από τις συζητήσεις που κάναμε κατάλαβα πόσο πολύ με ήθελαν στον Παναθηναϊκό. Πως δεν θα είμαι ένα απλός παίκτης για την ομάδα. Έτσι πείστηκα να υπογράψω».

Ένα γκολ που δεν θα ξεχάσουν ποτέ οι οπαδοί του Παναθηναϊκού, είναι εκείνο το φάουλ που έβαλες στο ματς με την Σάλκε. Πριν μου πεις για αυτό, τι θυμάσαι από εκείνη την ημέρα που άλλαξε τον κόσμο λόγω της επίθεσης στους Δίδυμους Πύργους;

«Ήταν μια πολύ περίεργη ημέρα για όλους μας. Αυτό έγινε μακριά από εμάς, στις ΗΠΑ. Φυσικά ήμασταν σοκαρισμένοι, αλλά κανείς δεν ήξερε τι έγινε μετά ή τι θα ακολουθούσε. Θυμάμαι πως υπήρχε πιθανότητα να αναβληθεί το ματς κόντρα στη Σάλκε. Υπήρχαν τέτοιες πληροφορίες. Τελικά παίξαμε. Ήταν μία στιγμή ανασφάλειας για όλη την Ευρώπη. Εμείς, βέβαια, απλά παίζαμε, δεν αποφασίζαμε. Περιμέναμε ενημέρωση για να δούμε αν θα παίζαμε ή όχι».

Πες μου, τώρα, για αυτό το γκολ…

«Για να είμαι ειλικρινής δεν είχα την πρόθεση να σουτάρω έτσι. Έγινε έτσι. Ήμουν καλός στις απευθείας εκτελέσεις. Ο προπονητής είπε να εκτελέσω το φάουλ. Είχα την εντολή. Η μπάλα πέρασε κάτω από το τείχος, ήταν το πρώτο γκολ σε αυτό το σπουδαίο γήπεδο. Τρομερό γήπεδο, το πιο μοντέρνο στην Ευρώπη εκείνη την εποχή! Το χαζεύαμε πριν το ματς. Έπαιξα σε υπέροχα γήπεδα στην Ισπανία, στο Μπερναμπέου, στο Καμπ Νόου, αλλά αυτό ήταν νέο, μοντέρνο, σπέσιαλ».

Δεν γίνεται να μην σε ρωτήσω. Έχεις ονειρευτεί ποτέ ότι εκείνο το σουτ στο Καμπ Νου στον προημιτελικό κόντρα στην Μπαρτσελόνα, που τελικά πέρασε άουτ δίπλα από το δοκάρι, κατέληξε στο δίχτυα;

«Όχι, αλλά πάντα το θυμάμαι. Πάντα. Όταν σούταρα ήμουν σίγουρος πως θα πάει μέσα. Τελευταία στιγμή η μπάλα πήρε φάλτσο και πέρασε έξω. Στενοχωριέμαι πραγματικά γι’ αυτό το σουτ και οι φίλαθλοί μας σίγουρα το ίδιο. Θα παίρναμε πρόκριση στον ημιτελικό του Champions League, θα ήταν μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στην ιστορία του Παναθηναϊκού. Σε αυτά τα ματς ήμασταν ισάξιοι με την Μπαρτσελόνα. Δυστυχώς η μπάλα δεν πήγε μέσα. Δυστυχώς. Λυπάμαι, έκανα ότι μπορούσα αλλά…».

Τι θυμάσαι μετά το παιχνίδι; Στα αποδυτήρια πως ήταν η κατάσταση; Τι σκεφτόσουν;

«Χάσαμε τεράστια ευκαιρία να προκριθούμε και θυμάμαι πως ήμασταν πολύ λυπημένοι, αλλά και περήφανοι γι’ αυτό που κάναμε. Κανείς δεν μπορεί να πει ότι δεν προσπαθήσαμε. Ξέραμε πως ήμασταν στις 10 καλύτερες ομάδες της Ευρώπης και όταν είσαι ισάξιος απέναντι στη Μπαρτσελόνα, είναι κάτι πολύ ξεχωριστό. Μετά το 1-0 στη Λεωφόρο είπα μέσα μου πως θα περάσουμε. Ήταν πολύ δύσκολο, όμως, να παίζεις εκεί, στη Βαρκελώνη. Κατά τη διάρκεια του αγώνα σκέφτεσαι διάφορα. Μία πως θα περάσεις, μία πως θα ηττηθείς με πολλά γκολ. Όταν μπήκα στο γήπεδο ήμουν ενθουσιασμένος στην ιδέα πως με ένα γκολ θα περάσουμε. Δυστυχώς δεν έγινε. Το ματς κόντρα στη Γερμανία, στο Euro 1996, και αυτό στη Βαρκελώνη είναι οι πιο αρνητικές αναμνήσεις στην καριέρα μου».

Στο ελληνικό πρωτάθλημα είχες κάνει ρεκόρ με πέντε γκολ κόντρα στην Παναχαϊκή.

«Δύο φορές το έκανα αυτό στην καριέρα μου. Μία με τη Ντίναμο και μία με Παναθηναϊκό. Μετά από αυτόν τον αγώνα κόντρα στην Παναχαϊκή, ήμουν λίγο λυπημένος γιατί δεν συνέχισα έτσι. Μετά τα πέντε γκολ κόντρα στην Παναχαϊκή, θα παίζαμε εναντίον της Σάλκε εντός έδρας και τελικά δεν ήμουν βασικός. Ήμουν απογοητευμένος. Δεν είχα τραυματισμό, αλλά έπαιξα μόνο 15 λεπτά. Ο προπονητής (Γιάννης Κυράστας) μού είπε ότι θα με άφηνε στον πάγκο για λόγους τακτικής. Αυτό με επηρέασε.

Ειδικά οι σκόρερ, οι επιθετικοί, όταν βρίσκονται σε φόρμα, πρέπει να παίζουν. Θέλω όμως να είμαι σωστός και να πω ότι οι φίλοι μου στην ομάδα, οι ανταγωνιστές για τη θέση στην επίθεση, ήταν καλοί παίκτες και άξιζαν κι αυτοί να χρησιμοποιηθούν, αλλά εγώ ήμουν σε καλή φόρμα. Είχα βάλει πέντε γκολ στο αμέσως προηγούμενο ματς. Στα τέλη Σεπτεμβρίου ήμουν πρώτος σκόρερ στην Ελλάδα και είχα σκοράρει δύο φορές στο Champions League, κόντρα σε Σάλκε και Μαγιόρκα. Έπεσα ψυχολογικά μετά από αυτό, μετά τον αρχικό ενθουσιασμό».

Μίλησες καθόλου με τον προπονητή μετά το ματς να του πεις τί ένιωθες;

«Δεν είμαι τέτοιου είδους παίκτης που προκαλεί προβλήματα. Περίμενα την ευκαιρία μου, αλλά τότε πραγματικά ήμουν σε πολύ καλή κατάσταση».

Είχες κάποια δυσκολία στο ξεκίνημα της καριέρας σου στον Παναθηναϊκό;

«Στην αρχή όλα ήταν πολύ καλά, αλλά πριν από ένα κρίσιμο ματς, ο προπονητής Άγγελος Αναστασιάδης δεν με χρησιμοποίησε στο ματς κόντρα στην Πολόνια. Επίσης δεν καταλάβαινα γιατί συνέβη αυτό. Ήρθα ως μεγάλος σταρ και ήμουν σε καλή φόρμα. Το μόνο στοιχείο εναντίον μου ήταν πως δεν έπαιξα αρκετά την προηγούμενη σεζόν στη Βαλένθια. Ήταν όμως νέα ομάδα, νέα χρονιά. Ήταν νομίζω λάθος του κόουτς που δεν μου έδωσε την ευκαιρία να παίξω, έστω ως αλλαγή για μερικά λεπτά. Ένιωσα πως δεν είμαι σημαντικός για αυτή την ομάδα. Ήταν τρελό. Χρειάστηκα χρόνο να το ξεπεράσω».

Είχες αρκετούς προπονητές στον Παναθηναϊκό. Με ποιον είχες την καλύτερη σχέση;

«Την καλύτερη σχέση την είχα με τον Φερνάντο Σάντος, παρότι έμεινε για λίγο καιρό. Ήταν προπονητής που καταλάβαινε την ποιότητά μου και μου το είπε. Κατά την διάρκεια της προετοιμασίας είχα έναν ηλίθιο τραυματισμό που με άφησε για λίγο εκτός δράσης. Ήταν άσχημη η κατάσταση, αλλά ο προπονητής ήταν στο πλευρό μου. Μου είπε ”ξέρω ποιος είσαι, πώς παίζεις και τι μπορείς να κάνεις, σε περιμένω να επιστρέψεις”. Με τον Αναστασιάδη είχαμε διάφορα προβλήματα, δεν τον καταλάβαινα κιόλας γιατί δεν ήξερα ελληνικά.

Απ’ όσα μου έλεγαν, απ’ όσα μου μετέφραζαν, είχε κακές αναμνήσεις με Γιουγκοσλάβους, είχε κακές σχέσεις με άτομα από εκείνη την περιοχή. Δεν ξέρω γιατί. Έτσι μας είχε πει σ’ ένα meeting. Από την αρχή ένιωσα πως δεν συμφωνούσε που εκείνη την περίοδο ο Παναθηναϊκός είχε δώσε τόσο μεγάλο συμβόλαιο σε κάποιον από εκείνη την περιοχή. Είχε πρόβλημα με κάποιον κόουτς από την Γιουγκοσλαβία και μας έβαλε όλους στο ίδιο καζάνι. Στο ίδιο κουτί».

Πώς ήταν ο Άγγελος Αναστασιάδης ως προπονητής;

«Ήταν αρκετά περίεργος. Όχι λίγο περίεργος. Αρκετά. Και όχι σπουδαίος προπονητής. Αυτή είναι η άποψή μου, αλλά νομίζω και άποψη αρκετών ακόμη ανθρώπων από την Ελλάδα. Δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο ως προπονητής και γι’ αυτό έφυγε λίγους μήνες αργότερα. Αν νικούσαμε, μας το είχε δώσει ο Θεός. Αν όχι, τότε δεν μας το είχε δώσει ο Θεός. Είναι ανόητο αυτό. Πρέπει να κάνεις κάποια πράγματα για να νικήσεις, όχι να περιμένεις τον Θεό. Οι άλλες ομάδες δεν είχαν Θεό; Πιστεύω στη θρησκεία, αλλά δεν έχει να κάνει με το ποδόσφαιρο. Σου είπα νωρίτερα ότι σκεφτόμουν να γίνω ιερέας όταν ήμουν μικρός. Η θρησκεία δεν έχει να κάνει με τα γκολ. Υπάρχουν πολλά περιστατικά που μπορώ να πω. Προσπαθώ να ξεχάσω τις κακές στιγμές και να θυμάμαι μόνο τις καλές. Με αυτόν τον τρόπο ζεις καλύτερα, πιο όμορφα».

Με τον Μαρκαριάν ποια ήταν η σχέση σου;

«Είχα καλή σχέση, αλλά δεν ήταν σωστός μαζί μου. Μου μίλησε πολλές φορές. Μετά τον δεύτερο αγώνα με τη Μπαρτσελόνα ήρθε και μου απολογήθηκε γιατί δεν έπαιξα βασικός. “Έκανα μεγάλο λάθος” μου είπε. Μιλούσαμε τριάντα λεπτά. Ένιωσα περίεργα, αφού είχε περάσει το ματς. Είχε τελειώσει. Του είπα πως έτσι είναι το ποδόσφαιρο, αλλά εκείνος επέμενε πως έκανε μεγάλο λάθος και ότι είναι στεναχωρημένος. Δεν μου μίλησε πριν από το ματς, αλλά μετά, είχε μιλήσει με τους άλλους παίκτες. Δεν του είπα ότι εκνευρίστηκα. Ήμουν σίγουρα λυπημένος που αποκλειστήκαμε. Δεν του είπα τίποτα. Ήμουν λυπημένος που δεν περάσαμε.

Έμεινε μέχρι το τέλος της σεζόν και μετά έφυγε. Μετά τον Σάντος επέστρεψε στην ομάδα. Ήμουν σίγουρος πως θα ήταν καλύτερη η κατάσταση για εμένα μετά από όσα μου είχε πει. Τα πράγματα όχι μόνο δεν ήταν έτσι, αλλά έγιναν χειρότερα. Με άφηνε εκτός αποστολής χωρίς κάποια εξήγηση. Μία περίοδο ένιωθα πως έψαχνε να τσακωθεί μαζί μου κι εγώ τον απέφευγα. Δεν ήταν σωστός μαζί μου. Τελείωσε από τον Παναθηναϊκό όπως και την πρώτη φορά».

Με τον Σουμ;

«Ήταν η τελευταία μου χρονιά. Ήρθαν νέοι παίκτες, ήξερα πως δεν θα έχω πολύ χρόνο. Προετοιμαζόμουν καλά και έκανα την δουλειά μου. Κάποιοι από την ομάδα μου έλεγαν συνεχώς πως δεν καταλαβαίνουν τον λόγο που δεν έπαιζα. Ότι το άξιζα με βάση την παρουσία μου στις προπονήσεις. Ήμουν ήδη 31, στον τελευταίο χρόνο του συμβολαίου μου, ξένος παίκτης και καταλάβαινα ότι ο Παναθηναϊκός θα έδινε χρόνο σε άλλους παίκτες, σε Έλληνες ίσως. Ήταν νορμάλ. Αυτό συνέβαινε παντού, ήταν φυσιολογικό για εμένα. Πήραμε το νταμπλ εκείνη την χρονιά, δεν μπορούσα να πω κάτι. Ήμουν προετοιμασμένος για ό,τι θα ερχόταν».

Πώς ήταν τα αποδυτήρια εκείνη την εποχή;

«Υπήρχαν παρέες. Λογικό είναι να νιώθεις καλύτερα με κάποια άτομα. Όταν μπαίναμε στο γήπεδο, ήμασταν ομάδα. Ποτέ δεν είχαμε πρόβλημα. Ήξερα πως κάποια άτομα στην ομάδα από την Ελλάδα, κάποιοι από τους παλιούς ποδοσφαιριστές στα αποδυτήρια είχαν δύναμη εντός και εκτός ομάδας. Κι αυτό είναι λογικό. Στην Μπαρτσελόνα ο Πικέ και ο Μέσι ήλεγχαν την ομάδα. Είχα καλή σχέση με όλους όμως. Κάποιες φορές είχαμε προβλήματα στην προπόνηση μετά από ένα σκληρό μαρκάρισμα. Αντιδράς, αλλά αυτά είναι νορμάλ. Συμβαίνουν παντού. Την επόμενη μέρα όλα είχαν ξεχαστεί».

Τι δεν είχε ο Παναθηναϊκός για να πάρει κάποια πρωταθλήματα παραπάνω;

«Τη σεζόν 2002-2003 ήμασταν κοντά στο να πάρουμε το πρωτάθλημα. Δύο αγωνιστικές πριν το τέλος θέλαμε ισοπαλία για να είμαστε από πάνω. Χάσαμε εκείνο το ματς και ο Ολυμπιακός πήρε τελικά το πρωτάθλημα. Ήταν η πρώτη και μοναδική φορά στην ζωή μου που δεν ένιωθα ασφαλής. Φοβήθηκα για τη ζωή μου. Είδα αστυνομία πριν το ματς, άτομα της ασφάλειας που ήρθαν στα αποδυτήριά μας και ήταν τραυματισμένοι από τα επεισόδια. Πρώτη φορά ένιωσα την μυρωδιά του καμένου μέσα στα αποδυτήρια. Από τις φωτοβολίδες. Ήμασταν απροστάτευτοι. Πρώτη φορά δεν βγήκα για βόλτα στο χορτάρι. Ήταν τόσο κοντά, πετούσαν διάφορα.

Ακόμη και τους οπαδούς του Παναθηναϊκού τους έβαλαν σε ένα κλουβί, δεν μπορούσαν να κουνηθούν και τους πετούσαν πράγματα. Χάσαμε 3-0 το ματς και θυμάμαι μόνο κακά πράγματα από εκείνο το βράδυ. Πάντα παίζαμε καλύτερα από τον Ολυμπιακό στην Ευρώπη. Ο Ολυμπιακός πήρε τρία πρωταθλήματα στη σειρά όταν ήμουν στην Ελλάδα, αλλά στην Ευρώπη δεν μπορούσε. Αυτό σημαίνει πως κάτι δεν πήγαινε καλά στην Ελλάδα. Από εκεί και πέρα αλλάζαμε συχνά προπονητές. Δεν έπρεπε. Ο Σάντος έκανε σπουδαία πράγματα στην ΑΕΚ και έφυγε στο τρίμηνο. Μετά πήρε το Euro με την Πορτογαλία. Ήταν, είναι ένας καλός προπονητής. Έπρεπε ο Παναθηναϊκός να έχει περισσότερη υπομονή. Είναι κρίμα».

Υπάρχει μια άποψη που λέει πως όσα έγιναν πριν ήταν μια δικαιολογία για την ήττα του Παναθηναϊκού…

«Όσα έγιναν στο χορτάρι ήταν οι συνέπειες όσων έγιναν πριν. Δεν έπαιξα σε αυτό το ματς. Θα ήταν εύκολο να πω διάφορα επειδή δεν έπαιξα. Νιώθω πως ένιωσαν οι συμπαίκτες μου. Όσα ζήσαμε πριν από το παιχνίδι οδήγησαν στο να μην είμαστε καλά. Επηρέασαν την ομάδα όσα έγιναν. Δεν είναι δικαιολογία. Δεν ξέρω πως θα αντιδρούσα αν έπαιζα, αλλά είδα πόσο επηρεάστηκαν όλοι. Μέχρι το τέλος του ματς πετούσαν δυναμιτάκια προς τον πάγκο. Κοιτούσαμε πότε θα πετάξουν για να τα απομακρύνουμε ή για να προστατεύσουμε τα μάτια μας. Δεν υπήρχαν πιθανότητες να νικήσουμε αυτό το ματς. Ο Ολυμπιακός στο παιχνίδι μπορεί να ήταν καλύτερος. Ακόμη και στο ημίχρονο που βγήκαμε έξω μου έλεγαν να είμαι κοντά σε παίκτη του Ολυμπιακού για να μην με πετύχει τίποτα».

Οι παίκτες του Ολυμπιακού σας είπαν κάτι;

«Δεν ξέρω. Ίσως οι Έλληνες να μίλησαν μεταξύ τους. Το πρόβλημα δεν ήταν ανάμεσα στους ποδοσφαιριστές. Ήταν το θέμα της ασφάλειας. Εμείς οι παίκτες μεταξύ μας δεν είχαμε να χωρίσουμε τίποτα έξω από το γήπεδο. Κάνουμε την ίδια δουλειά, δίνουμε τα χέρια. Και στο MMA βλέπεις τί γίνεται. Πλακώνονται την ώρα του αγώνα και μετά αγκαλιάζονται. Από την άλλη, ξέραμε πως μπορεί να έχουν μια τέτοια εμπειρία και στο δικό μας γήπεδο».

Εκείνη την ημέρα δεν σας προστάτευσε κανείς από την διοίκηση του Παναθηναϊκού. Έπαιξε κάποιο ρόλο αυτό;

«Και να ήταν κάποιος, τι θα μπορούσε να κάνει; Ήμασταν απροστάτευτοι στο στάδιο και αυτό δεν είναι δουλειά της ομάδας. Μας είπαν κάποια στιγμή πως μπορεί να μην παίξουμε. Από την ομοσπονδία είπαν πως πρέπει να παίξουμε και παίξαμε. Δεν ξέρω τί έγινε, απλά υποθέτω».

Ισχύει πως άτομα της διοίκησης σας είχαν χαρακτηρίσει «κότες» και σας έριξαν την ευθύνη;

«Μπορεί να έγινε, αλήθεια δεν θυμάμαι. Δεν ήταν χαρούμενοι από την διοίκηση, αλλά νομίζω καταλαβαίνουν τι έγινε εκείνο το απόγευμα. Κανείς δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει τι έγινε, μόνο όποιος έζησε εκείνες τις στιγμές. Δεν μπορεί να το φανταστεί. Στο τέλος είδες μια ομάδα να έχει νικήσει εύκολα την άλλη με 3-0. Συμπεραίνει κανείς ότι αυτή που έχασε έπαιξε χάλια. Κάτι έγινε όμως πριν. Είμαι ρεαλιστής, ειδικά επειδή δεν έπαιξα».

Ποια ήταν η καλύτερη και ποια η χειρότερη στιγμή στην καριέρα σου;

«Η χειρότερη ήταν στη Ριζούπολη. Αλλά και οι τραυματισμοί. Ειδικά ένας στον Παναθηναϊκό που συνέβη μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο στην Κορέα και στην Ιαπωνία. Ήταν μακρινό το ταξίδι, ήμουν 11-12 ώρες μέσα στο αεροπλάνο, δεν κοιμήθηκα καθόλου και στην προπόνηση με τον Παναθηναϊκό τραυματίστηκα. Χρειάστηκε ιδιαίτερη διαχείριση. Η καλύτερη στιγμή ήταν οι τίτλοι που κατέκτησα. Και κάποιοι πανηγυρισμοί που δεν ξεχνάω. Το 1998 μετά την κατάκτηση του χάλκινου μεταλλίου με την Κροατία στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Η χώρα είχε πάρει… φωτιά. Επίσης μετά την κατάκτηση του ισπανικού Κυπέλλου με τη Βαλένθια, όταν νικήσαμε στον τελικό την Ατλέτικο Μαδρίτης. Και φυσικά οι πανηγυρισμοί στην Ελλάδα με τον Παναθηναϊκό όταν κατακτήσαμε το νταμπλ.

Παρότι δεν έπαιζα πολύ και ήξερα ότι θα φύγω, ένιωσα υπέροχα όταν στο γήπεδο φώναζαν ένα ένα τα ονόματά μας. Δεν θα ξεχάσω το χειροκρότημα και τις φωνές των οπαδών όταν ακούστηκε το δικό μου όνομα. Ακόμα κι αν δεν πέτυχα πολλά πράγματα στον Παναθηναϊκό, ήταν μια αναγνώριση για εμένα πως υπήρξα καλός παίκτης και καλός άνθρωπος. Όταν κάποιος ποδοσφαιριστής δεν αγωνίζεται πολύ και δεν δικαιώνει τις προσδοκίες που υπάρχουν γι’ αυτόν, οι οπαδοί δεν ενθουσιάζονται. Οι φίλοι του Παναθηναϊκού αντέδρασαν με πολύ ωραίο τρόπο απέναντί μου και αυτό με γέμισε με χαρά και υπερηφάνεια. Είχα καλή σχέση με τους οπαδούς του Παναθηναϊκού και πάντα μου έλεγαν ότι θα έπρεπε να παίζω περισσότερο, ότι είμαι ο καλύτερος παίκτης. Γενικά με συμπαθούσαν».

Όλες οι μεταγραφές του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου… παίζουν στο SportJournal.gr!

Διαβάστε ακόμη…

Πηγή