Ο Παναθηναϊκός ανακοίνωσε πρόσφατα την απόκτηση του Βασίλη Καββαδά, με τον 29χρονο Έλληνα σέντερ να παίρνει μια δεύτερη ευκαιρία, μετά από αρκετά χρόνια, στο υψηλότερο επίπεδο της Ευρώπης. Θα μπορέσει αυτή τη φορά να ανταπεξέλθει; Αναλύει ο Γιώργος Δρογγίτης.
Ακολουθήστε το «Όλα Πράσινα» στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις του Παναθηναϊκού!
Πρώτα απ’ όλα, ας παραθέσουμε μερικά δεδομένα: η προσθήκη του Καββαδά γίνεται σε μια εποχή που ο Παναθηναϊκός διαθέτει μειωμένο σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, μπάτζετ, και η δεξαμενή Ελλήνων παικτών στο «5» βρίσκεται σε αρκετά φτωχά επίπεδα.
Η ομάδα του Δημήτρη Πρίφτη δεν ποντάρει στον πρώην παίκτη του Ηρακλή για να παίξει σημαντικό ρόλο στο παιχνίδι της, αλλά περισσότερο για να αποτελέσει ένα… στοίχημα ανάλογο του Λεωνίδα Κασελάκη και του Λευτέρη Μποχωρίδη, που αμφότεροι ήρθαν ως έξτρα σώματα στην προπόνηση και για να πάρουν ευκαιρίες στην Basket League με την προοπτική να κερδίσουν κάποιο περιορισμένο ρόλο και στην Ευρωλίγκα. Η ελλιπής περιφέρεια του Παναθηναϊκού, έδωσε τελικά χρόνο στον Μποχωρίδη, ενώ και ο Κασελάκης είδε τον εαυτό του να παρουσιάζεται σε μερικές πεντάδες, χάρη στο καλό του μακρινό σουτ και την συνεπή ομαδική του άμυνα από τις θέσεις των φόργουορντ.
Κάτι ανάλογο θα κυνηγήσει και ο Καββαδάς, ο οποίος έρχεται να πλαισιώσει ένα rotation στα σέντερ, που περιλαμβάνει τους Γιώργο Παπαγιάννη και Τζέχαιβ Φλόιντ. Η πρώτη ερώτηση που γεννάται εδώ, είναι τι διαφορετικό προσφέρει από τους προαναφερθέντες και πώς θα μπορούσε να συμπληρώσει το frontcourt της ομάδας. Ας δούμε, λοιπόν, το παιχνίδι του πιο αναλυτικά, ώστε να καταλήξουμε στα αντίστοιχα συμπεράσματα.
Inside scoring
Ενα πράγμα στο οποίο ο Καββαδάς υπερισχύει απέναντι σε πολλά σέντερ, είναι η δύναμη. Ανέκαθεν έβγαζε το ψωμί του κοντά στο καλάθι, παίζοντας με πλάτη σε αυτό, και ο Ηρακλής τον εμπιστεύτηκε αρκετά την περασμένη σεζόν, δίνοντάς του, πολλά για την εποχή, low-post touches. Στην πραγματικότητα, στην περσινή σεζόν του έκανε σχεδόν ρεκόρ καριέρας σε προσπάθειες (7.5), πόντους (12.3) και βολές (5.6) ανά αγώνα, όλα δεύτερα καλύτερα σε σχέση με την χρονιά του στον Αρκαδικό το 2015-2016.
Είναι σίγουρα καλύτερος πιάνοντας τη μπάλα βαθιά στο ζωγραφιστό, έχοντας ήδη βάλει τον αντίπαλό του σε μειονεκτική θέση άμυνας με το σώμα του, όταν και μπορεί να γυρίσει και να τελειώσει με το δεξί hook από κοντά. Έχοντας κερδίσει καλή low-post θέση στην οποία δε χρειάζεται να βάλει τη μπάλα κάτω, μπορεί να κάνει «μπούλινγκ» απέναντι στα περισσότερα σέντερ. Ωστόσο, σε περίπτώσεις που η άμυνα τον βγάζει από τις θέσεις του και τον αναγκάζει να πάρει τη μπάλα μακριά από το καλάθι, δυσκολεύεται περισσότερο, μιας και δεν είναι καλός στο να ντριμπλάρει και ούτε έχει ιδιαίτερο ρεπερτόριο σε spin moves και ευελιξία για να δημιουργήσει πλεονεκτήματα για τον εαυτό του και τους συμπαίκτες του.
Στην πραγματικότητα, αν και συγκεντρώνει προσοχή από την άμυνα σε επίπεδο Basket League, με συχνά double-teams ή έστω συντηρητικές βοήθειες, είναι αποκλειστικά play finisher και όχι δημιουργός για άλλους. Μπορεί να δει την προφανή πάσα στον ελεύθερο παίκτη, αλλά δε κάνει advanced reads, τη στιγμή που κι η ακρίβεια στις πάσες συνήθως είναι κακή, ακόμη κι αν το read είναι το σωστό.
Είναι αρκετά επιρρεπής στο λάθος (2.6 λάθη είναι υπερβολικά πολλά για ένα σέντερ με ρόλο να τελειώνει φάσεις), τόσο στην πάσα, όσο και στα βήματα, αφού οι κινήσεις του στο low-post είναι συνήθως προβλέψιμες και δε διαθέτει πολύ καλό footwork. Σε γενικές γραμμές, αυτοί είναι και μερικοί από τους περιορισμούς που μάλλον χαμήλωσαν το ταβάνι του εδώ και κάποια χρόνια.
Το δεύτερο counter που διαθέτει ο Καββαδάς στην επίθεση για να πλαισιώσει το σκορ του από το low-post, είναι ότι έχει καλή αντίληψη του χώρου κοντά στο καλάθι. Όταν κάποιο guard διεισδύει, ξέρει να κάνει τον εαυτό του διαθέσιμο ως dump off επιλογή με καλά cuts, όπου και πάλι του αρέσει να χρησιμοποιεί τον ώμο του για να βγάζει κόσμο εκτός φάσης και να τελειώσει με το δεξί hook. Αυτή η κίνηση είναι σχεδόν άχαστη όταν βρίσκεται 1-2 μέτρα μακριά από το καλάθι, αν και πολύ προβλέψιμη (ουσιαστικά ξέρεις ότι δε θα γυρίσει ποτέ από αριστερά).
Hustle
Ο Καββαδάς δεν είναι ο πιο ταλαντούχος και skilled παίκτης εκεί έξω, αλλά παίζει πολύ σκληρά και στις δύο πλευρές του παρκέ. Όλο του το παιχνίδι είναι βασισμένο στο να σπρώξει κόσμο μακριά από τις θέσεις του και να κάνει τα hustle plays. Δεν έχει καλά πόδια στην άμυνα και εκτίθεται όταν μείνει στην περιφέρεια, αλλά δε φοβάται να παίξει «ξύλο» κοντά στο καλάθι. Το μέγεθός του δεν είναι και το καλύτερο δυνατό για σέντερ (2,06) και δεν αποτελεί πολύ καλό αθλητή, αλλά έχει καλά ένστικτα ως weakside rim protector και κάνει τίμια δουλειά στο να μένει κάθετα κατά το άλμα. Κάνει αρκετά καλά σκριν, έστω κι αν δε μπορεί να τα αξιοποιήσει ως roll-man/short-roll επιλογή, λόγω κακής αίσθησης για το παιχνίδι ως πασέρ και έλλειψης σουτ από όλες τις αποστάσεις.
Το ριμπάουντ του είναι περισσότερο καλό επειδή δίνει συχνά έμφαση στο να κερδίζει καλές θέσεις και να κάνει καλά box-out. Όταν μιλάμε για 50-50 μπάλες στον αέρα, έχει κακά χέρια, μέτριο τάιμινγκ και μπορεί να χάσει τη μάχη στο άλμα. Αλλά είναι σίγουρα κάποιος στον οποίο μπορείς να βασιστείς να κάνει box-out και να παλέψει τη φάση ως το τέλος.
Περιορισμοί
Υπάρχουν προφανείς και αρκετοί περιορισμοί στο παιχνίδι του Καββαδά, που δικαιολογούν και τους λόγους για τους οποίους απουσίαζε για χρόνια από αυτό το επίπεδο. Ένας ψηλός ο οποίος έχει κακά πλαϊνά βήματα για να μαρκάρει στο χώρο, μέτριο μέγεθος και αθλητικότητα για να δυσκολέψει πολλές προσπάθειες κάτω από το καλάθι, και δε μπορεί να πασάρει ή να σουτάρει στην επίθεση, είναι δεδομένο ότι δε μπορεί να έχει ιδιαίτερα μεγάλο ρόλο σε μια ομάδα που αγωνίζεται στο κορυφαίο επίπεδο μπάσκετ της Ευρώπης.
Ο Καββαδάς σούταρε με 58% στις βολές πέρσι και βρίσκεται στο 55% στην καριέρα του. Για έναν παίκτη που φτάνει αρκετά συχνά στη γραμμή, αυτό είναι κακό, και είναι πάνω – κάτω μηδενικός παράγοντας ως σουτέρ από οποιαδήποτε απόσταση. Η έλλειψη δημιουργίας για τους συμπαίκτες του, μειώνει επίσης τις προοπτικές του στο pick and roll παιχνίδι. Αν και κάνει καλά σκριν και κόβει δυνατά στο καλάθι, δεν έχει καλά χέρια και δε μπορεί να αξιοποιήσει τέτοιες καταστάσεις για τον εαυτό του ή για σουτέρ, συχνά καταλήγοντας στο να βγάζει τη μπάλα και πάλι στην περιφέρεια ή να προσπαθεί να σπρώξει με δύναμη στο καλάθι παίκτες από τα 4-5 μέτρα, κάτι που είναι κακή επίθεση. Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε, ο Παναθηναϊκός δε του δίνει αυτή την ευκαιρία για να παίξει κάποιο κομβικό ρόλο στο ρόστερ του, και οι προσδοκίες δεν είναι να κάνει τίποτα από αυτά.
Ένας ακόμη περιορισμός που έχει ήδη αναφερθεί και παραπάνω κάπως έμμεσα, είναι ότι παρότι το μεγαλύτερο ατού του είναι το σκορ του κάτω από το καλάθι, δε διαθέτει κινήσεις ως low-post απειλή. Οι κινήσεις του βασίζονται περισσότερο στη δύναμη και δεν έχουν ιδιαίτερη δεξιότητα και ισορροπία, ενώ εκτός αυτού, δεν αξιοποιεί πιθανές βοήθειες πάνω του για να κάνει τους συμπαίκτες του καλύτερους. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι δε θα πάρει (ή έστω δε θα έπρεπε να πάρει) πολλές ευκαιρίες στο low-post, αλλά αντίθετα ο Πρίφτης θα πρέπει να επικεντρωθεί στο να του δώσει τη μπάλα στα κατάλληλα σημεία (κάτω από το καλάθι), όπου οι σωματικές του προδιαγραφές μπορούν να κάνουν από μόνες τους τη διαφορά.
Γενικό ταίριασμα με την υπόλοιπη frontline
Για να απαντήσουμε στο παραπάνω ερώτημα, ας δούμε πρώτα τα χαρακτηριστικά των υπολοίπων σέντερ που διαθέτει ο Παναθηναϊκός. Ο Γιώργος Παπαγιάννης και ο Τζέχαιβ Φλόιντ είναι επίσης play finishers, αλλά το κάνουν πάνω από τη στεφάνη. Τα χαρακτηριστικά τους είναι πολύ παρόμοια και στην άμυνα (καλοί rim protectors), κάτι που εξασφαλίζει στον Δημήτρη Πρίφτη ότι θα παίζει με τον ίδιο τρόπο και στα δύο units του, αν αυτός ήταν ο σκοπός του (θα προτιμούσα να υπήρχε περισσότερο versatility για διαφορετικά σχήματα στην άμυνα αν με ρωτάτε). Τι διαφορετικό δίνει λοιπόν ο Καββαδάς, εάν δίνει κάτι;
Μάλλον τη δύναμη και το hustle κοντά στο καλάθι. Αμφιβάλλω αν θα πάρει πολλά low-post touches στον Παναθηναϊκό δεδομένων των δημιουργικών αδυναμιών του, αλλά αν επικεντρωθεί στο να παίρνει καλές θέσεις στο ζωγραφιστό, στις οποίες θα μπορεί να πιάσει τη μπάλα και να τελειώσει κατευθείαν, θα κερδίσει μερικές ευκαιρίες. Αν και θα παίξει σκληρά, δε τους δίνει όμως και πολλά διαφορετικά πράγματα στην άμυνα. Τα αργά του πόδια ουσιαστικά τον μετατρέπουν σε έναν αποκλειστικά drop ψηλό, όπως είναι και τα υπόλοιπα σέντερ της ομάδας. Σε κάθε περίπτωση δε τον θες να μαρκάρει στην περιφέρεια.
Σε γενικές γραμμές, θεωρώ ότι ο Βασίλης Καββαδάς αποκτήθηκε για να δώσει περισσότερο ανάσες στο Ελληνικό πρωτάθλημα. Μάλλον δεν είναι παίκτης επιπέδου Ευρωλίγκα και θα χρειαστεί κάποιος να μπει σε πρόβλημα με τα φάουλ για να πάρει μια ευκαιρία εκεί, αλλά αν παίξει σκληρά και «αγκαλιάσει» τον ρόλο που θα έχει για να κάνει τα μικρά πράγματα, ποιος ξέρει, ίσως και να κερδίσει το κάτι παραπάνω. Στην τελική, είναι καλό να δίνονται ευκαιρίες (στην προκειμένη περίπτωση δεύτερες) σε αθλητές, και ο Καββαδάς θα είναι πάρα πολύ παρακινημένος να μιμηθεί την περσινή πορεία ενός παίκτη όπως ο Κασελάκης, και να κερδίσει και το επόμενό του συμβόλαιο στην ομάδα. Το αν θα το καταφέρει, μένει να το δούμε.
Όλες οι μεταγραφές του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου… παίζουν στο SportJournal.gr!
Διαβάστε ακόμη…