Σε ελληνικά χρώματα παραδόθηκε σήμερα το πρώτο σύγχρονο μαχητικό αεροσκάφος τύπου Rafale. Η τελετή παραλαβής έγινε στην Αεροπορική Βάση “125 Istres-Le Tubé”, στην Ίστρ της Γαλλίας.
«Η επιλογή της αγοράς των γαλλικών μαχητικών Rafale υπογραμμίζει το στρατηγικό χαρακτήρα των ελληνο-γαλλικών σχέσεων και την αμέριστη στήριξη της Γαλλίας στη χώρα μας, απέναντι σε προκλήσεις και απειλές. Επιβεβαιώνει μία μακροχρόνια παράδοση εξαιρετικών σχέσεων συνεργασίας μεταξύ των χωρών μας, τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και στο πλαίσιο περιφερειακών και διεθνών οργανισμών»., είπε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος.
Τον υπουργό Εθνικής Άμυνας συνόδευαν ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ στρατηγός Κωνσταντίνος Φλώρος και ο αρχηγός ΓΕΑ αντιπτέραρχος Γεώργιος Μπλιούμης.
Αναφερόμενος στην επιλογή αγοράς των γαλλικών μαχητικών, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας επισήμανε ότι «καταδεικνύει την αποφασιστικότητά μας να ενδυναμώσουμε περαιτέρω όχι μόνο τις διμερείς σχέσεις μας, αλλά και την συνεργασία μας για την σταθερότητα και την ευημερία στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου στο πλαίσιο της κοινής συμμετοχής στις αμυντικές πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ».
Με την απόκτηση των Rafale, υπογράμμισε ο Ν. Παναγιωτόπουλος «η δύναμη πυρός της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, αλλά και οι δυνατότητες προβολής ισχύος πολλαπλασιάζεται. Τα ειδικά χαρακτηριστικά αυτών των αεροσκαφών με τα προηγμένα ηλεκτρονικά συστήματα, σε συνδυασμό με τα στρατηγικού χαρακτήρα όπλα τους, τα καθιστούν σημαντικό παράγοντα αεροπορικής υπεροχής».
Όσο για το εάν η απόκτηση των Rafale αλλάζει τις ισορροπίες ισχύος, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας ανέφερε: «Θεωρώ ότι ήδη τις έχει αλλάξει. Αλλιώς δεν θα έσπευδαν οι γείτονες να αναζητήσουν τρόπους, αν θέλετε, αποκωδικοποίησης του Rafale. Ακούμε πάρα πολλά στα ΜΜΕ αυτές τις ημέρες. Η ουσία όμως είναι ότι η Ελλάδα πλέον, από σήμερα, έχει επισήμως στις τάξεις της το Rafale».
Ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ στρατηγός Κωνσταντίνος Φλώρος, στο χαιρετισμό του, διαβεβαίωσε «τόσο για τη δέσμευση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων ως προς την ενίσχυση της διμερούς στρατιωτικής συνεργασίας Ελλάδας – Γαλλίας, όσο και για τη βούλησή μας να ενδυναμώσουμε τους στρατιωτικούς δεσμούς μας και να τους προωθήσουμε σε ακόμα υψηλότερο επίπεδο».