Θεωρούνται ανώτερες από τους Θεούς του Ολύμπου. Και ήρθε η ώρα το πρόσταγμά τους να εισακουστεί. Ο Δημήτρης Πρίφτης ξεχνάει την Άτροπο και μετά από χρόνια υπομονής με την Κλωθώ, έφτασε επιτέλους η στιγμή για τη Λάχεσις.
Είναι πράγματα που πάντα ξέρεις ότι θα συμβούν. Πράγματα που όλα τα σημάδια γύρω σου, σε «καλούν» να περιμένεις. Σε διατάζουν με τον τρόπο τους, ενδεχομένως να σε εγκλωβίζουν. Πόσο; Ουδείς γνωρίζει. Μπορεί να είναι μερικές μέρες, μπορεί μερικά χρόνια, μπορεί μερικές εβδομάδες… Μπορεί να συμβούν μόλις νιώσεις έτοιμος ή να έρθουν σε μια παντελώς απρόσμενη στιγμή. Αλλά θα έρθουν. Ακόμα κι αν αρχίζεις να αμφιβάλλεις. Ακόμα κι αν πεις ότι «σε δέκα χρόνια ίσως να μην μπορώ», ακόμα κι αν αισθανθείς ότι εκείνο που ένιωθες ως καρμικό δε θα εκπληρωθεί. Μην κάνεις το λάθος να τις αμφισβητήσεις. Οι τρεις μοίρες ξέρουν καλά.
Άτροπος…
Θόδωρος Μπολάτογλου. Φώτης Κατσικάρης. Λευτέρης Κακιούσης. Βαγγέλης Αλεξανδρής. Βαγγέλης Αγγέλου. Ντιρκ Μπάουερμαν. Άγγελος Κορωνιός. Ντέιβιντ Μπλατ. Σούλης Μαρκόπουλος. Γιόνας Καζλάουσκας. Παναγιώτης Γιαννάκης. Φραγκίσκος Αλβέρτης. Ηλίας Ζούρος. Οι σεζόν είναι ανακατεμένες. Τα ονόματα το ίδιο. Ο Δημήτρης Πρίφτης θήτευσε δίπλα σε κάθε έναν από αυτούς. Είτε ήταν ακόμα 23 ετών, όπως όταν συνεργάστηκε στη Δάφνη με τον Μπάουερμαν, είτε 46 όταν δέχθηκε – παρότι είχε επιτυχίες ως πρώτος προπονητής – να βρίσκεται κάτω από τον Φραγκίσκο Αλβέρτη στη… μαρκίζα του Παναθηναϊκού.
Το μπάσκετ δεν έχει κανόνες. Δεν έχει νόμο που να υπαγορεύει πόσα χρόνια πρέπει να διατελέσεις βοηθός, πριν γίνεις πρώτος προπονητής. Δεν έχει νόμο που να απαγορεύει να γίνεις ξανά βοηθός, αν έχεις υπάρξει πρώτος. Δεν έχει νόμο που να μην σου επιτρέπει να είσαι πρώτος προπονητής το χειμώνα και βοηθός το καλοκαίρι. Το μπάσκετ ζητάει να το σέβεσαι. Ζητάει να το αγαπάς. Ζητάει να το φροντίζεις. Ζητάει να το εξελίσσεις…
Ακριβώς ό,τι έκανε και ό,τι κάνει ο Δημήτρης Πρίφτης από την πρώτη μέρα που άρχισε να ασχολείται με το άθλημα. Ακριβώς ό,τι κάνει μέχρι σήμερα. Με την ίδια προσήλωση, είτε δούλευε στο – ειδικά εκείνα τα χρόνια – υποτιμημένο γυναικείο, είτε οδηγεί την Ούνιξ Καζάν στον τελικό του Eurocup και στην Ευρωλίγκα. Με την ίδια αφοσίωση, είτε φώναζε στους παίκτες του στη Γλυφάδα, την ώρα που έτρεχαν κάτω από τη βροχή, είτε αρνείτο συνεντεύξεις την ημέρα που κέρδιζε τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς. «Σας παρακαλώ, δεν είναι ώρα για συνεντεύξεις. Αν θέλετε να μιλήσουμε, ελάτε ύστερα από δύο συνεχόμενες ήττες. Τότε, ευχαρίστως».
Το μπάσκετ ζητάει να το καταλαβαίνεις. Να το διαβάζεις. Να μην σταματάς να ασχολείσαι μαζί του. Ο Δημήτρης Πρίφτης ανήκει στη γενιά των Ελλήνων προπονητών που ενδεχομένως να είναι η καλύτερη που υπήρξε ποτέ. Ο ίδιος είναι γεννημένος το 1968. Ο Γιώργος Μπαρτζώκας το 1965. Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος το 1967. Ο Φώτης Κατσικάρης το 1967. Ο Δημήτρης Ιτούδης το 1970. Ο Ηλίας Ζούρος το 1966. Αν δεν είχε αποφοιτήσει από τα ΤΕΦΑΑ ενδεχομένως να μην πληρούσε τις προϋποθέσεις για να γίνει προπονητής, αφού δεν έπαιξε. Όχι πολύ, όχι χαρακτηριστικά, όχι αξιομνημόνευτα. Καταλάβαινε διαφορετικά το μπάσκετ. Το διάβαζε διαφορετικά. Κι έφτιαξε το δικό του μονοπάτι από την Α2 γυναικών μέχρι σχεδόν την κορυφή της Ευρώπης.
Το μπάσκετ ζητάει να το αγκαλιάζεις. Να το τιμάς. Να το διαχειρίζεσαι με ταπεινότητα. Ο Δημήτρης Πρίφτης το έκανε στις σπουδαιότερες στιγμές του. Δεν κέρδισε μόνο με την Καβάλα τον Παναθηναϊκό. Το έκανε και αργότερα με τον Ίκαρο Καλλιθέας, ακόμα μια ομάδα-δημιούργημά του αγωνιστικά, ακόμα μια σχέση ζωής, όπως εκείνη που δημιούργησε με τον Δημήτρη Αγγελόπουλο. «Ο χειρότερος εχθρός του ανθρώπου είναι η έπαρση και κατ’ επέκταση ενός παίκτη και μίας ομάδας. Θα προσπαθήσω να μείνω προσγειωμένος κι εγώ κι οι παίκτες μου». Το έκανε αργότερα στις επιτυχίες του, όντας μέλος του προπονητικού τιμ της Εθνικής ομάδας. Το έκανε στον Άρη, όταν αναδείχθηκε προπονητής της χρονιάς. Το κάνει και τώρα στη Ρωσία.
Το μπάσκετ ζητάει να αγκαλιάζεις τους ανθρώπους του. Να τους νιώθεις. Να τους ενστερνίζεσαι. Να τρέχεις καμιά φορά μαζί τους στην βροχή. Ναι, η φήμη του σκληρού και φωνακλά τον ακολουθεί από τα νεανικά του χρόνια στη Γλυφάδα… Ε, και; Ο Δημήτρης Πρίφτης υπήρξε δάσκαλος για όσους συνεργάστηκαν μαζί του. Για όσες. Από την οποιαδήποτε παίκτριά του τη δεκαετία του ’90 στους παίκτες που είχε ως βοηθός, από τον Βασίλη Σίμτσακ, ο οποίος είναι σήμερα συνεργάτης του, μέχρι τον Πιέρια Χένρι, που φτιάχνει βαλίτσες για Κωνσταντινούπολη, η συνισταμένη θα είναι κοινή. Δε βαριέται. Δείχνει. Διδάσκει. Παθιάζεται. «Το πάθος που τον χαρακτηρίζει σε ό,τι κάνει και σχετίζεται με την δουλειά του. Αγαπά τη δουλειά του, το άθλημα που υπηρετεί και το πιο σημαντικό είναι πως αγαπά τη διαδικασία της διδασκαλίας. Του αρέσει να διδάσκει κάθε μικρή λεπτομέρεια του παιχνιδιού σε κάθε έναν από τους αθλητές του ξεχωριστά».
Το μπάσκετ ζητάει να τολμάς. Να παίρνεις ρίσκα. Να αδειάζεις, αλλά να μην τα παρατάς. Να εξαντλείσαι, όμως να είσαι έτοιμος για την επόμενη μάχη. «Σαν τον ΑΡΗ δεν έχει… Αυτό μόνο γυρνάει στο μυαλό μου για την αποχαιρετιστήρια μας κουβέντα. Δεν χώρεσαν ποτέ τυπικότητες μέσα μου σε σχέση με αυτήν την ομάδα και κυρίως δεν δύναμαι να χαιρετήσω φίλους με αυστηρό επαγγελματισμό. Ως εκ τούτου, αγαπημένοι φίλοι, ζήσαμε 3 χρόνια έντονα γεμάτα δυσκολίες, χαρές, λύπες και πολύ έντονες στιγμές που θα θυμάμαι πάντα. Ήταν 3 χρόνια γεμάτα ζωή. Λένε πως οι τίτλοι, τα κύπελλα είναι αυτά που μένουν. Συμφωνώ, όμως οι στιγμές που έζησες με ανθρώπους που αγάπησες και ενώθηκες μαζί τους ίσως είναι πιο σημαντικές».
Έτσι αποχαιρέτησε τον Άρη το 2017. Την ομάδα που πέτυχε περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη στην Ελλάδα, την ομάδα που τον καθιέρωσε ως άξιο πρώτο προπονητή σε υψηλό επίπεδο, που του έδωσε ατομικό τίτλο, που τον έφερε στα όριά του δεκάδες φορές, που την κράτησε ενίοτε μόνος του, που τον κράτησαν ενίοτε οι παίκτες, που την άφησε όταν κατάλαβε ότι ήρθε η στιγμή να τολμήσει.
Κλωθώ…
Το μπάσκετ ζητάει να το υπηρετείς όπου κι αν είσαι. Το μπάσκετ ζητάει να μαθαίνεις να ελίσσεσαι στις ιδιαιτερότητες που θα συναντήσεις. «Ήρθαν τα πράγματα έτσι που βρέθηκε μία δουλειά. Το επάγγελμά μας είναι τέτοιο που οπουδήποτε υπάρχει δουλειά, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να πηγαίνουμε. Υπάρχουν θετικά εδώ, αλλά υπάρχουν και αρνητικά με κυριότερο ότι είσαι πολύ μακριά από τη χώρα σου και φυσικά από την οικογένειά σου».
Στο Καζάν έμεινε τέσσερα χρόνια τώρα. Στη Ρωσία. Όχι στη Μόσχα ή στην Αγία Πετρούπολη, στο Καζάν. Εκεί βρέθηκε η ναυαρχίδα του. Εκεί έπεισε τόσο για την ικανότητά του, ώστε μέχρι και ο Εβγκένι Μπόκατσεφ σταμάτησε να δίνει εντολές, κάτι που συνήθιζε με προηγούμενους προπονητές (σ.σ. με τον ίδιο να έχει χαρακτηριστικά παραδεχτεί πως «με τον Εβγκένι Πασούτιν, για παράδειγμα, είχα φιλικές συζητήσεις μέσα στον αγώνα»). Εκεί έφτασε μέχρι τον τελικό του Eurocup, εκεί πραγμάτωσε όλους τους στόχους που είχε θέσει με την Ούνιξ.
Το μπάσκετ θέλει να γίνεσαι ένα με αυτό. Το μπάσκετ δε θέλει εγωισμό, δε διαχωρίζει το εμείς από το εγώ. Το μπάσκετ ποτέ δε θα σου ζητήσει να είσαι εγωπαθής. Το μπάσκετ θέλει μόνο να θυσιάζεσαι γι’ αυτό. Να πονάς. Να κλαις. Να δίνεις όλα τα συναισθήματά σου. Να συμμετέχεις, να ζεις, να ακούς, να βλέπεις, να νιώθεις… Να είσαι ο εαυτός σου. Να παραμείνεις ο εαυτός σου. Να περιμένεις την ευκαιρία. Να αρπάζεις την ευκαιρία. Να γίνεσαι η ευκαιρία που ψάχνουν οι άλλοι. Το μπάσκετ θέλει τύχη. Το μπάσκετ θέλει μοίρα.
«Σοβαρά τώρα, ο Παναθηναϊκός είναι ένα μεγάλο κλαμπ στην Ευρώπη με ιστορία και για κάθε προπονητή της γενιάς μου θα ήταν στόχος. Τώρα οι συνθήκες είναι αυτές που περιγράψαμε νωρίτερα, οπότε ας μείνουμε στο τώρα».
Το τώρα γίνεται πριν, το μετά γίνεται τώρα. Η Άτροπος θα ξεχάσει, η Κλωθώ θα ξεχαστεί και εκείνο που σε περιμένει έχει ένα όνομα.
Λάχεσις…