Ο μόνος δρόμος για το ελληνικό ποδόσφαιρο, ώστε να βγει από το αδιέξοδο είναι να βρεθούν ομάδες που θα εμπιστευτούν και θα πλάσουν τους επόμενους… Δουβίκες! Γράφει ο Σωτήρης Μήλιος…
Όποιον ξένο scout κι αν ρωτήσεις να σου πει τι είδε, τι ξεχώρισε, τι του «γυάλισε» από το φετινό ελληνικό πρωτάθλημα, οι απαντήσεις λες και είναι βγαλμένες από καρμπόν:
1. Τζόλης
2. Αλεξανδρόπουλος
3. Λάτσι
4. Δουβίκας
5. Ιωαννίδης
Οι αλλαγές στην σειρά, έχουν να κάνουν με το πορτοφόλι κάθε συλλόγου, αυτοί οι πέντε είναι όμως. Πέραν τούτου ουδέν αξιοπρόσεχτο. Καμία έκπληξη. Τίποτα που να μην το ήξεραν και να το έμαθαν.
Τους φτασμένους (Καμαρά, Σεμέντο, Ίνγκασον) δεν χρειάζονται την Super League για να τους τσεκάρουν. Αυτούς που κάποτε ήταν σε μεγάλα κλαμπ κάνουν ένα restart στην καριέρα τους στα μέρη μας (Ζίβκοβιτς, Μακέντα) τους παρακολουθούν από μακριά περισσότερο από περιέργεια, τους άλλους που αγκυροβόλησαν στα μέρη μας και δεν ανέβηκαν ποτέ στο τρένο (Φορτούνης, Μάνταλος, Κουρμπέλης) τους έχουν ξεχάσει ήδη. Πλην ελαχίστων άλλων εξαιρέσεων (Χασάν, Ζοσέ Σα, Σβιντέρσκι, Μπα, Λιβάι) αυτή είναι η Super League. Τελειώσαμε!
Βλέποντας αυτή την πεντάδα αντιλαμβάνεται κανείς την τυχαιότητα που διέπει το ελληνικό ποδόσφαιρο.
– Ο Τζόλης δεν θα ανέβαινε ποτέ στην πρώτη ομάδα και πιθανότατα δεν θα έπαιζε στα περσινά πλέι-οφ, αν ο ΠΑΟΚ πήγαινε καλά.
– Ο Δουβίκας έφυγε ελεύθερος το περασμένο καλοκαίρι από τον Αστέρα Τρίπολης (πάλι καλά που κράτησαν υψηλό ποσοστό μεταπώλησης), έχοντας παίξει 44 λεπτά στο περσινό πρωτάθλημα!
– Ο Αλεξανδρόπουλος παρότι έκανε εξαιρετικά περσινά πλέι-οφ, προέκυψε βασικός στην πορεία της σεζόν του Παναθηναϊκού, ο οποίος μέχρι την τελευταία ημέρα των μεταγραφών σχεδίαζε να πάρει ακόμα έναν κεντρικό μέσο, ώστε να έχει τους μικρούς (Σερπέζης, Αθανασακόπουλος, Αλεξανδρόπουλος) ως λύσεις ανάγκης.
– Ο Λάτσι ήταν χαμένος στο βάθος του ρόστερ της ΑΕΚ και βγήκε στον αφρό τον Ιανουάριο, όταν όλοι οι κεντρικοί αμυντικοί της Ένωσης (Τσιγκρίνσκι, Χνιντ, Νεντελτσεάρου, Σβάρνας) είτε μπήκαν στα πιτς, είτε κρίθηκαν εντελώς… ντεφορμέ (sic).
– O Ιωαννίδης δεν έμπαινε ούτε στην αποστολή στα πρώτα παιχνίδια της σεζόν και βγήκε από την ναφθαλίνη τον Δεκέμβριο, όταν ο Λάζλο Μπόλονι έψαχνε απεγνωσμένα για ενέργεια, νεύρο, ένταση.
Σε μία σεζόν που δεν είχε έσοδα από εισιτήρια (αλλά συνάμα ούτε και την μουρμούρα και την γκρίνια στις εξέδρες), σε μία σεζόν με ελάχιστα εμπορικά και χορηγικά έσοδα, όπου ο μόνος τζίρος ήρθε από το τηλεοπτικό συμβόλαιο (τα λεφτά από το στοίχημα προέκυψαν ως μάννα εξ’ ουρανού δεν είχαν προϋπολογιστεί) τι εμπόδισε όλες τις ομάδες να βρουν τρόπους αυτοχρηματοδότησης, βγάζοντας κι άλλους Τζόληδες, Αλεξανδρόπουλους, Λάτσιδες, Δουβίκες και Ιωαννίδηδες;
Η απάντηση είναι απλή, αλλά και σύνθετη συνάμα. Οι ελληνικές ομάδες (οι ιδιοκτήτες τους και κατ’ επέκταση οι προπονητές τους βασικά) φοβούνται. Τρέμουν. Ζουν και τρέφονται από το αποτέλεσμα και την αποδοχή, τρέμουν την λαϊκή κατακραυγή από ένα-δυο στραβά αποτελέσματα. Γι’ αυτό και τα πιο μακροπρόθεσμα πρότζεκτ έχουν διάρκεια το… πολύ τρεις – τέσσερις μήνες.
Το πιο σύνθετο έχει να κάνει με την έλλειψη ταλέντου. Κάθε χρόνο που περνάει, το εγχώριο ταλέντο (σε ποιότητα και ποσότητα) συρρικνώνεται. Το ποδόσφαιρο είναι επίπονο, σκληρό, απαιτεί θυσίες. Οι νέοι στρέφονται αλλού. Η κονσόλα και το εικονικό γρασίδι στο ποδοσφαιράκι μέσω video-game τους δελεάζει πολύ περισσότερο από το φυσικό γκαζόν, στο οποίο πρέπει να ιδρώσεις κιόλας. Η δεξαμενή στερεύει.
Η πανδημία γονάτισε όλες τις ακαδημίες. Μία ολόκληρη γενιά σκούριασε, κινδυνεύει να πάει στράφι, χωρίς παιχνίδια εδώ και πάνω από ένα χρόνο. Πως να εμπιστευτούν οι προπονητές παιδιά που έχουν ξεμάθει να παίζουν ακόμα και απέναντι σε συνομήλικους;
Δεκτά όλα. Μα, αποτελούν δικαιολογίες για αυτόν που δεν θέλει να κοπιάσει. Σε μία πρόσφατη έρευνα του CIES, αποδείχθηκε ότι μόνο τέσσερις ελληνικές ομάδες (Παναιτωλικός, ΠΑΟΚ, ΟΦΗ, Παναθηναϊκός) δίνουν πάνω από το ψυχολογικό όριο του 10% του διαθέσιμου αγωνιστικού χρόνου σε παίκτες κάτω των 21 ετών. Ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι σχεδόν διπλάσιος (άνω του 20%) και με πολύ έντονες αυξητικές τάσεις.
Πόσο χειρότερη θα ήταν η φετινή ΑΕΚ αν έδινε ακόμα περισσότερο χρόνο στον Λάτσι, τον Ραντίνια, τον Μιτάι, τον Μαχαίρα και τον Κοσίδη; Σίγουρα, πάντως θα ήταν πιο φθηνή, θα έβγαζε κερδοφορία και θα δημιουργούσε ένα όραμα.
Πόσο χειρότερος θα ήταν ο φετινός Παναθηναϊκός εκτός του Αλεξανδρόπουλου αν έπαιζαν περισσότερο ο Ξενόπουλςο, ο Χριστογεώργος, ο Σερπέζης, ο Αθανασακόπουλος, ο Καραγιάννης, σε έναν ήδη έτοιμο κορμό με Χατζηθεωδορίδη, Πούγγουρα, Χατζηγιοβάννη, Μπουζούκη, Ιωαννίδη, Καμπετσή;
Γιατί δεν πήρε στον ΠΑΟΚ ούτε μία ευκαιρία ο Ταλιχμανίδης παρά το ντεφορμάρισμα των γκολκίπερ του, που χάθηκε ο Μιχαηλίδης, ο Λύρατζης, ο Περέιρα, ο Νινούα, θα παίξουν ποτέ Κωνσταντέλιας και Κούτσιας;
Γιατί ο Ολυμπιακός ακόμα και μετά την μαθηματική κατάκτηση του πρωταθλήματος, δεν δοκίμασε να ρίξει στα βαθιά κανέναν νέο παίκτη από τις ακαδημίες του;
Κι άντε όλους αυτούς να τους δικαιολογήσεις. Δεν γίνεται να παίξουν βίαια όλοι οι μικροί και μάλιστα μαζί. Μπορεί να «καούν» και συνάμα να «κάψουν» και την ομάδα. Ο πρωταθλητισμός είναι σκληρός, έχει απαιτήσεις, ευθύνες, βάρη.
Οι «μικρότεροι» τι δικαιολογία έχουν που παίζουν με μισθοφόρους και λεγεωνάριους; Τι δικαιολογία έχει ο Ατρόμητος; Ο Αστέρας Τρίπολης; Η Λαμία; Ο Απόλλωνας; Για ποιο λόγο να μην γίνουν talk of the town παίζοντας με πιτσιρίκια; Γιατί να μην κάνουν παιδομάζωμα; Για ποιο λόγο να μην πάνε στους μεγάλους να ζητήσουν δανεικούς (με ποσοστά μεταπώλησης σε περίπτωση εξέλιξης) όλους τους μικρούς που σκουριάζουν; Γιατί να μην κυνηγάνε την υπεραξία, το χρήμα, την εξέλιξη και να περιμένουν μόνο τα έτοιμα από το τηλεοπτικό συμβόλαιο; Δηλαδή πότε κάποιος εξ’ αυτών πούλησε ακριβότερα από το 1,2 του Βόλου για τον Δουβίκα; Ανεξήγητο.
Ας εστιάσουμε στην περίπτωση του Τάσου Δουβίκα. Όπως προέκυψε και από την ανακοίνωση του Βόλου, αλλά και από τις δηλώσεις του μικρού, ο ίδιος επέλεξε να συνεχίσει την καριέρα του στην Ουτρέχτη, παρά σε κάποιον από τους «μεγάλους» του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Υπάρχει λόγος για αυτό. Ξέρουν ποιος θα είναι τεχνικός διευθυντής την επόμενη χρονιά; Όχι; Ποιος θα είναι προπονητής; Όχι; Τι σύστημα θα παίζουν; Ούτε. Τι θέση στην ιεραρχία των επιθετικών μπορούν να του υποσχεθούν; No. Η Ουτρέχτη όλα αυτά τα ξέρει από τον Μάρτιο κιόλας! Και συν τοις άλλοις μπορεί να του υποσχεθεί ένα πρωτάθλημα βιτρίνα και να του δείξει την εξέλιξη του Σεμπαστιάν Αλέ και του Ντρίες Μέρτενς.
Αργά η γρήγορα η πεντάδα του προλόγου, θα φύγει όλη για το εξωτερικό. Αν δεν αλλάξει κάτι ριζικά στον τρόπο που λειτουργεί το ελληνικό ποδόσφαιρο, κάθε χρόνος επιπλέον εδώ θα είναι βάλτος για την καριέρα και την εξέλιξή τους…