Ζέκα: «Ο ύμνος της Ελλάδας είναι σαν δικός μου – Θέλω να κλείσω την καριέρα μου στον Παναθηναϊκό»!

0
95

Ο Κάρλος Ζέκα παραχώρησε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στο «Tribuna Express», αποκάλυψε μια συγκλονιστική ιστορία για τον πατέρα του κι επανέλαβε ότι θέλει να κλείσει την καριέρα του ως παίκτης του Παναθηναϊκού.

«Όλα Πράσινα TV»: Κάθε Δευτέρα, 21:00 με 23:00, η κορυφαία Παναθηναϊκή εκπομπή, ζωντανά στις οθόνες σας, εδώ!

Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, ο Ζέκα απάντησε:

Για το πως μεγάλωσε: «Η μητέρα μου δούλευε στο Μάκρο ντε Αλφραγκίντε και ο πατέρας μου όταν γεννήθηκα ήταν άνεργος. Έχω έναν μικρότερο αδελφό, 21 ετών αλλά είναι από μια άλλη σχέση της μητέρας μου. Μεγάλωσα στην γειτονιά της Ζαμπούλα στο Αλφραγκίντε, όταν μετακόμισα σε άλλο σπίτι στην Μπραντόα. Εκεί ζούσα με την μητέρα μου, καθώς όταν ήμουν 5 οι γονείς μου χώρισαν. Μέχρι τα 21 μου ζούσα στην Αμαδόρα. Έκανα ότι και τα υπόλοιπα παιδιά. Θυμάμαι τον μπαμπά μου να μου έχει θυμώσει γιατί κάποιες μέρες έφευγα από το σπίτι για να δω προπονήσεις της Σπόρτινγκ. Έφευγα από το πρωί και επέστρεφα τα μεσάνυχτα! Ο πατέρας μου με έψαχνε. Δεν είναι πως δεν μου άρεσε το σχολείο απλά ήθελα να βλέπω τις προπονήσεις. Να δω τους παίκτες, να ζητήσω μπλούζες, παπούτσια. Νόμιζα πως αυτό είναι πιο σημαντικό από το σχολείο».

Για το ποδοσφαιρικό του πρότυπο: «Το είδωλό μου ήταν ο Ρουί Κόστα που έπαιζε στην Μπενφίκα. Είναι αλήθεια πως είχα… τρέλα. Έχω τα πάντα που τον αφορούν από την εποχή που έπαιζε στην Φιορεντίνα. Μπλούζες, αφίσες, φωτογραφίες. Οι φίλοι μου έλεγαν πως ήμουν Μπενφίκα. Τους έλεγα πως δεν ίσχυε. Τώρα βλέπω το ποδόσφαιρο πολύ διαφορετικά. Θαύμαζα την ποιότητά του».

Για το πώς ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο: «Όταν μεγάλωσα έλεγα πως θέλω να γίνω ποδοσφαιριστής και να δώσω τον πρώτο μου μισθό στην μαμά και την γιαγιά μου. Το πίστευα. Πάντα δούλευα μόνο πάνω στο ποδόσφαιρο. Α, και δύο μέρες μόνος ως μηχανικός. Πήγα στην Κάζα Πία στα δέκα μου. Είχα εκεί έναν φίλο από την γειτονιά. Ένα χρόνο πιο μεγάλο, τον Φάμπιο. Πήγα σε μία προπόνηση και άρεσα στον κόουτς. Η ομάδα με κράτησε και πήγαινα πιο συχνά. Οι γονείς μου πάντα με παρότρυναν να παίξω ποδόσφαιρο. Η μαμά μου ποτέ δεν με τιμώρησε για τις ημέρες που δεν πήγαινα σχολείο, για τους κακούς μου βαθμούς. Ποτέ. Από τα 10 μέχρι τα 21 ήμουν στην Κάζα Πία, όπου έπαιξα και στην αντρική ομάδα. Μετά από δύο χρόνια στην τρίτη εθνική, πήγα στην Βιτόρια Σετούμπαλ. Τα πρώτα μου λεφτά ήταν 125 ευρώ και αγόρασα αθλητικά παπούτσια. Πάντα μου άρεσαν».

Για τον χαμό του πατέρα του: «Όταν άκουσα ως παίκτης της Ελλάδας τον εθνικό ύμνο, ένιωθα πως είναι ο δικός μου. Ένιωθα και νιώθω Έλληνας. Όλοι έπαθαν… πλάκα που ήξερα τα λόγια. Ήταν μία στιγμή που σκέφτηκα τον πατέρα μου, γιατί τον έχασα από τα ναρκωτικά όταν ήμουν δέκα ετών. Το έμαθα πριν από ένα παιχνίδι. Χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν για την μαμά μου. Την είδα να κλαίει. Κατάλαβα πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Είχαν χωρίσει από όταν ήμουν πέντε χρονών αλλά είχαν εξαιρετική σχέση. Δεν είχε το κουράγιο να μου το πει. Μου το είπε ένας φίλος της. Άρχισα να φωνάζω, να λέω ”δεν το πιστεύω, όχι δεν το πιστεύω”. Έκλαιγα αλλά είπα στην μαμά του πως θα βγω έξω και θα πάω να παίξω κανονικά. Μέχρι να φτάσω στο γήπεδο, έκλαιγα. Όλη την ώρα, μέσα στο λεωφορείο. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Έμαθα πολλά από αυτή την κατάσταση. Δεν θα ήθελα να είναι έτσι, ήταν πολύπλοκο αλλά σίγουρα μου έδειξε πολλά πράγματα για την ζωή από πολύ μικρή ηλικία».

Για την φυγή του από τον Παναθηναϊκό: «Ήθελα να μείνω στον Παναθηναϊκό αλλά η ομάδα είχε ανάγκη από τα χρήματα. Οι απολαβές που μου πρότειναν στην Κοπεγχάγη ήταν αρκετά πιο υψηλές, μου έδιναν και τετραετές συμβόλαιο και κάπως έτσι έγινε αυτή η μεταγραφή. Αν μου δοθεί η ευκαιρία θα ήθελα να κλείσω την καριέρα μου στον Παναθηναϊκό, δεν θα ήθελα να γυρίσω στην Πορτογαλία».

Διαβάστε ακόμη…

Πηγή