Ο Κώστας Μανωλιουδάκης γράφει για το μη θελκτικό ποδόσφαιρο του Παναθηναϊκού επί Μπόλονι, τη νοοτροπία όσων έχασαν τη θέση τους στην ενδεκάδα και την κομβική έκβαση της ρεβάνς με τον ΠΑΣ Γιάννινα.
Τυχαίο ή όχι, δεν παύει να αποτελεί πραγματικότητα το γεγονός ότι ο Παναθηναϊκός δεν έχει σταυρώσει νίκη μετά το θρίαμβο επί του Ολυμπιακού στη Λεωφόρο.
Εκεί που ήταν αήττητος το 2021 και είχε καταφέρει με εντυπωσιακό ντεμαράζ να φτάσει σε απόσταση αναπνοής από την τετράδα, καλύπτοντας διψήφια βαθμολογική διαφορά από τον ερχομό του Μπόλονι στο τιμόνι και όντας άκρως ανταγωνιστικός στα ντέρμπι, λες και μία άγνωστη κατάρα έκανε την εμφάνισή της και διαπέρασε το κορμί του.
Οι πράσινοι γνώρισαν δύο απανωτές ήττες, μία από τον ΠΑΣ Γιάννινα στο πρώτο ματς για το Κύπελλο και άλλη μία από τον Παναιτωλικό στο Αγρίνιο, ενώ την περασμένη Κυριακή έμειναν στην ισοπαλία με την ΑΕΚ.
Με τον ΠΑΣ Γιάννινα ήταν αποκαρδιωτική η εικόνα, με τον Παναιτωλικό δεν άξιζαν σε καμία περίπτωση την ήττα και ίσως μάλιστα να πραγματοποίησαν το καλύτερο (δεύτερο) ημίχρονο επί των ημερών του Ρουμάνου προπονητή.
Με την ΑΕΚ μαύρα χάλια από αμφότερες τις ομάδες, σ’ ένα ντέρμπι που ουδείς δικαιούται να το κρατήσει στο πίσω μέρος του μυαλού του εκτός από τους δύο σκόρερ, τον εξαιρετικό Βέλεθ και τον ποιοτικό Λιβάι Γκαρσία.
Αυτά που έχουν μείνει ίδια, είναι ότι ο Παναθηναϊκός παραμένει αήττητος στο γήπεδο της Λεωφόρου και ότι η ποδοσφαιρική στρατηγική του Μπόλονι δεν έχει υποστεί την παραμικρή τροποποίηση.
Με εξαίρεση το δεύτερο ημίχρονο κόντρα στον Παναιτωλικό, όπου υπήρξε για περίπου μισή ώρα πολύ καλός βαθμός συνδυαστικού ποδοσφαίρου ανεξαρτήτως του ότι δεν μπήκε η μπάλα μέσα, το τριφύλλι παραμένει μία ομάδα που δίνει έμφαση στη συνοχή των γραμμών πίσω από τη μπάλα. Εκμεταλλεύεται τις στατικές φάσεις, πρεσάρει στο μεσαίο τρίτο και αναπτύσσεται με μεγάλες διαγώνιες μπαλιές, ήτοι με το μικρότερο δυνατό ρίσκο.
Αυτό είναι το ποδόσφαιρο του Μπόλονι και το είχε ξεκαθαρίσει εξ αρχής: νίκες με μισό μηδέν. Τα πάντα να θυσιάζονται για το αποτέλεσμα και το στόχο που του ζητήθηκε όταν ανέλαβε, να καλύψει τη διαφορά στη βαθμολογία, να «σπάσει αβγά» στα αποδυτήρια και να βγει στην Ευρώπη.
Η σούμα στο τέλος της σεζόν θα δείξει εάν τα κατάφερε, αλλά προς το παρόν, με τα καλά του και τα στραβά του, μόνο αποτυχημένη δεν την λες την παρουσία του στον πάγκο του Παναθηναϊκού από τη στιγμή που τα θετικά είναι περισσότερα από τα αρνητικά.
Στο ποδόσφαιρο άλλωστε δεν μετράει το καλός στο μάτι, μετράει το… κρεβάτι/αποτέλεσμα.
Στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, άλλωστε, όταν ο Παναθηναϊκός έπαιζε κατά κύριο λόγο πίσω από τη μπάλα, στηρίζονταν στην αμυντική του λειτουργία κι έκανε ανυπέρβλητες ευρωπαϊκές πορείες, κάποιοι «φώτιζαν» το… «τσούκου τσούκου μπολ» και ειρωνεύονταν ότι… πορείες κάνουν μόνο οι συνταξιούχοι. Τώρα βέβαια ορισμένοι εξ αυτών είναι στον έβδομο ουρανό για τις… μισές διαδρομές της πορείας.
Προφανώς είναι άλλα τα δεδομένα του τότε με το σήμερα, αλλά καλό είναι να τεθεί κι αυτή η παράμετρος ως τροφή για σκέψη.
Διότι εάν ο στόχος σου είναι το πρωτάθλημα, τότε επιβάλλεται να είσαι κυριαρχικός στον τρόπο παιχνιδιού σου. Εάν όμως ο στόχος σου είναι να σταθείς στα πόδια σου, να βάλεις τις βάσεις και να επιστρέψεις σταδιακά στην Ευρώπη όσο το δυνατόν πιο ανταγωνιστικός γίνεται, τότε δεν αποτελεί πανάκια η «κυριαρχία». Ισως μάλιστα το «ένα βήμα τη φορά» να είναι πιο ασφαλής διαδικασία επιστροφής.
Το κυρίαρχο ζητούμενο για τον Παναθηναϊκό στην παρούσα συγκυρία δεν είναι ο μη θελκτικός τρόπος παιχνιδιού της ομάδας. Υπέράνω όλων είναι το αποτέλεσμα. Είναι επίσης και η νοοτροπία όσων πλήρωσαν τη νύφη, όταν ο Μπόλονι… έσπασε αβγά.
Οταν έχρισε τον Μολό δεξιό μπακ, παραγκωνίζοντας τον Σάντσες, έβαλε τον Ιωαννίδη στην κορυφή της επίθεσης, παρκάροντας τους Μακέντα και Καρλίτος στον πάγκο, έκανε ρολίστα τον Βιγιαφάνιες και τον Χατζηγιοβάνη. Δίκαιο ή άδικο, σωστό ή λάθος, δεν είναι της παρούσης.
Λογικό είναι να ξενερώσει ένας παίκτης όταν χάσει μία θέση που θεωρούσε ότι έχει καπαρωμένη, απαράδεκτο όμως το να μην απαντάει «σκυλιάζοντας» στο γήπεδο, αλλά με δηλώσεις για τον τρόπο ποδοσφαίρου και υπονοούμενα για τον κακότροπο προπονητή.
Μπαίνεις αλλαγή έστω και δέκα λεπτά; Δώσε τα όλα, παίξει για την ομάδα και απέδειξε ότι αξίζεις καλύτερη μεταχείριση. Αυτή πρέπει να είναι η απάντηση.
Και είναι πολύ σημαντική αυτή η παράμετρος διότι δεν πάει πουθενά μία ομάδα εάν φοβάται ο οποιοσδήποτε προπονητής να βάλει αλλαγή έναν παίκτη επειδή δεν έχει τη σωστή νοοτροπία τακτικά ή ψυχικά και είναι ακόμα χειρότερο να περιοριστεί το ροτέισον σε 12-13 ποδοσφαιριστές «εμπιστοσύνης». Εάν αυτό συνεχιστεί, τότε δεν θα υπάρξει προκοπή.
Ασχετο με τα παραπάνω, αλλά σχετικό στη μεγάλη εικόνα του Παναθηναϊκού, όταν αλλάζεις τους προπονητές σαν τα πουκάμισα, χτίζεις παλάτια στην άμμο. Ειδικότερα όταν τους αλλάζεις με χειρότερους ή με μαθητευόμενους.
Πάμε παρακάτω. Ετσι όπως έχουν έρθει τα πράγματα η νίκη-πρόκριση επί του ΠΑΣ Γιάννινα την Τετάρτη αποτελεί μονόδρομο. Ετσι κι αλλιώς αποτελούσε, ένας λόγος παραπάνω τώρα που η έκβαση της ρεβάνς είναι η πλέον κομβική της σεζόν.
Διότι πέραν της διεκδίκησης του Κυπέλλου, ενός τροπαίου δηλαδή που ουδέποτε αποτελούσε αμελητέα ποσότητα για έναν σύλλογο που είναι παραδοσιακά φτιαγμένος για να διεκδικεί και να κατακτά τίτλους, μπορεί να επηρεάσει καίρια τα δεδομένα ενόψει των πλέι οφ.
Στο μίνι πρωτάθλημα που πλησιάζει έχει αποδειχθεί στην πράξη ότι παίζει τεράστιο ρόλο η ψυχολογία των ομάδων στην αφετηρία της διαδικασίας.
Η φόρα και η φόρμα που θα έχουν από την πρώτη αγωνιστική. Ουκ ολίγες φορές έχουμε δει διαφορές να καλύπτονται σε χρόνο «dt».
Εάν ο Παναθηναϊκός αποτύχει στο Κύπελλο, απέναντι σ’ έναν αντίπαλο που ναι μεν έχει τον ίδιο (εξαιρετικό) προπονητή από το καλοκαίρι του 2019 και παίζει (κατά κοινή ομολογία) πολύ καλό ποδόσφαιρο, αλλά ούτε το ειδικό βάρος του διαθέτει ούτε το ποιοτικό του εύρος, τότε θα έχει πυροβολήσει τα πόδια του.
Και θα έχει δώσει την πιο δυνατή κλοτσιά για να χύσει την καρδάρα με το γάλα που με τόσο κόπο μάζεψε μετά το αποτυχημένο πείραμα των Ρόκα-Πογιάτος.